Η μοναχή γυναίκα

By: Πόπη Αναστασιάδη Μαλλιάνου
Year of Publication: 2015
«Αν σπάγανε τα κάγκελα τα σιδερένια τούτα...» Που στο διάβολο ξανάρθε πάλι αυτή η φράση στο νού της. Κάπου θα την είχε διαβάσει... κάπου... όμως ΠΟΥ; Τα κάγκελα δεν σπάνε. Κι αν σπάσουν τώρα τι το όφελος; Τώρα πια δεν είχε ανάγκη από καμμιά αλλαγή ή ευτυχία ή δυστυχία. Ολα την άφηναν αδιάφορη.... Διήγημα της Πόπης Αναστασιάδη Μαλλιάνου που πήρε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό διηγήματος του Ελληνο-Αυστραλιανού Πολιτιστικού Συνδέσμου Μελβούρνης, το 2015. Photo: pixabay.com

“Αν σπάγανε τα κάγκελα, τα σιδερένια, τούτα”… αναλογίστηκε η γυναίκα. Η φράση αυτή, σφηνώθηκε κάπου, μέσα στο μιαλό της και στάθηκε εκεί, ακίνητη. Εξω, η βροχή, μαστίγωνε τα τζάμια του τρένου. Η γυναίκα κοίταγε από το παράθυρο, το θολωμένο από τη βροχή, τοπίο.Το φώς έσβυσε για μια στιγμή, μα ξανάναψε αμέσως. Το τρένο, σταμάτησε σ’ένα σταθμό κι’ ύστερα ξανάρχισε τη μονότονη βουή του. Η γυναίκα κοίταξε για μια στιγμή γύρω της. Στην άκρη του διαδρόμου, ένας νεαρός άντρας ακούμπαγε την πλάτη του στον τοίχο. Φορούσε μια μαύρη φανέλα δίχως μανίκια και τα γεροδεμένα μπράτσα του ήταν σκεπασμένα με τατουάζ. Είχε ξυρισμένο κεφάλι και φορούσε ένα σκουλαρίκι στη μύτη του. Είχε απειλιτικό ύφος και όταν κάποιο λεπτό τα ψυχρά του μάτια συνάντησαν τα δικά της, η γυναίκα αισθάνθηκε ένα ρίγος να διαπερνά την σπονδυλική της στήλη κι αποφάσισε αμέσως ν’ αλλάξει βαγόνι. Πέρασε το μικρό χώρο που ένωνε τα δύο βαγόνια και κάθησε σ’ένα κάθισμα ακριβώς απέναντι από έναν άντρα που κοιμότανε. Ήτανε μέσης ηληκίας. Με το τράνταγμα του τρένου, το κεφάλι του κουνιότανε πέρα- δώθε αλλά αυτός δεν ξυπνούσε.

Το τρένο ξανασταμάτησε. Στο απέναντι κάθισμα, δίπλα στον κοιμισμένο άντρα, ήλθαν και κάθησαν δύο γυναίκες. Μια ηλικιωμένη και μια κάπως πιο νέα. Η ηλικιωμένη φόραγε ένα μαύρο φόρεμα και μια γκρίζα σάρπα. Το πρόσωπο της ήταν εντελώς ανέκφραστο, σαν μάσκα.

«Τι να κρύβεται άραγε πίσω από αυτή τη μάσκα;» σκέφθηκε η γυναίκα. Η άλλη έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες για να φαίνεται νέα. Είχε βάλει άφθονο κοκκινάδι στα μάγουλα και στα χείλη της, αλλά αυτό έκανε τις ρυτίδες της να φαίνονται πιο έντονες, φορούσε ένα ωραίο φορέμα, γαλάζιο, πολύ ντεκολτέ με βολάνακια, που ήταν όμως εντελώς ακατάλληλο για την ηλικία της και πέδιλα με πανύψηλα τακούνια. Μόλις κάθησε έβγαλε απ’ την τσάντα της ένα βιβλίο κι άρχισε να διαβάζει.

Κάπου, μακριά, κάτι λαμπύριζε μέσα στη νύχτα.

« Πόσο  μακριά  είναι η  θάλασσα» σκέφθηκε πάλι η γυναίκα. Κάποτε, την αγαπούσε πολύ τη θάλασσα. Πόσα χρόνια πρίν; Χρόνια πολλά; Χρόνια λίγα;Tώρα πια δεν είχε  σημασία να τα σκέπτεται όλα αυτά. Κάποτε ίσως ν’ αγάπαγε πολλά πράγματα.

Αξαφνα αισθάνθηκε αφάνταστα κουρασμένη. Ισως από την πολλή δουλειά… ίσως απ’ το τράνταγμα του τρένου… ίσως απ’την πολλή μοναξιά, την απομόνωση.

«Αν σπάγανε τα κάγκελα τα σιδερένια τούτα…» Που στο διάβολο ξανάρθε πάλι αυτή η φράση στο νού της. Κάπου θα την είχε διαβάσει… κάπου… όμως ΠΟΥ; Τα κάγκελα δεν σπάνε. Κι αν σπάσουν τώρα τι το όφελος; Τώρα πια δεν είχε ανάγκη από καμμιά αλλαγή ή ευτυχία ή δυστυχία. Ολα την άφηναν αδιάφορη.

Η κοπέλλα στο απέναντι κάθισμα έτρωγε τις σελίδες του βιβλίου της με ταχύτητα. Η γυναίκα προσπάθησε να διαβάσει τον τίτλο. «Μια χαμένη ζωή» έλεγε ο τίτλος. Το τρένο προχωρούσε ολοένα πιο γρήγορα μέσα στη νύχτα. Η μπόρα είχε περάσει και τώρα δεν έβρεχε πια. Ο κοιμισμένος άντρας μισάνοιξε τα μάτια  και  κοίταξε γύρω του.

– Σε ποιό σταθμό βρισκόμαστε; ρώτησε, ανήσυχος. Η κυρία με τα μαύρα του είπε το όνομα του σταθμού κι ο άντρας ξανακοιμήθηκε. Η βουή λιγόστεψε και έσβυσε εντελώς σε λίγο. Το τρένο σταμάτησε σ’ ένα μακρινό στάθμο στην άκρη άκρη του κόσμου.

Η γυναίκα βγήκε απ’ το τρένο και προχώρησε προς την έξοδο του σταθμού. Η νύχτα ήταν ζεστή, πηχτή. Μια από κείνες τις νύχτες που καίνε τα σπλάχνα. Δίχως άνεμο, κολασμένη. Ο δρόμος ήταν έρημος. Η γυναίκα άκουγε το τικ-τακ των τακουνιών της πάνω στην άσφαλτο. Εστριψε τη γωνιά και μπήκε σ’ ένα στενό δρόμο. Τα σπίτια πλησιάζανε το ένα το άλλο, ο δρόμος στένευε… στένευε κι’ ενωνότανε κάπου μακριά στο άπειρο. Η γυναίκα έσυρε τα κουρασμένα της βήματα μέχρι το κατώφλι. Το κλειδί γύρισε αργά αργά. Η πόρτα άνοιξε. Για μια στιγμή το εσωτερικό του σπιτιού φάνταξε κατάμαυρο, σαν ανοιχτό πηγάδι, που την μαγνήτιζε, την τραβούσε μέσα του.

Οι σκάλες τρίζανε κάτω από τα κουρασμένα της πόδια όπως πάντα, κάθε νύχτα, τόσα χρόνια τώρα. Το τρίξιμο το είχε συνηθίσει. Ούτε που τ’ άκουγε. Πάνω το δωμάτιο έβραζε, έβγαζε αχνούς απ’ τη ζέστη. Η γυναίκα άνοιξε το παράθυρο, ύστερα κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Το θαμπό γυαλί, τής έστειλε πίσω το είδωλο της. Ενα χλωμό λεπτό πρόσωπο, πρόωρα μαραμένο. Δυο μάτια σκοτεινά με μελανούς κύκλους γύρω. Το πρόσωπο ήταν ανέκφραστο. Τα έκρυβε όλα. Μόνο γύρω στο στόμα είχε αποτυπωθεί όλο το κατακάθι της πίκρας και πάνω στο μέτωπο όλη η περίλυπη συλλογή σε δύο παράλληλε μικρές χαρακιές.

Αξαφνα, η γυναίκα αισθάνθηκε ασφυξία. Κάτι ξεπετάχτηκε πίσω απ’ το στέρνο της. Μια πεθυμιά να τρέξει στο δρόμο, να κτυπήσει μιά πόρτα να δεί εναν άντρα, μια γυναίκα, ένα παιδί. Μα ύστερα γέλασε κουρασμένα με τη μάταια αυτή επιθυμία της. Οι άνθρωποι είναι τόσο μακριά ο ένας απ’ τον άλλο. Τριγύρω του, ο καθένας σέρνει το χάος του. Ενα ελαφρό αεράκι της δρόσισε το πρόσωπο. Κάτι ανατρίχιασε γύρω.

Την είχαν αφήσει πάντα μόνη οι άνθρωποι. Στην πείνα της, στη δίψα της,στην αγωνία της. ΔΕΝ ΖΉΤΗΣΕ ΠΟΤΕ ΒΟΗΘΕΙΑ  Το στόμα της έμεινε κλειστό. Αν φώναζε θάτανε  μάταιο. Τώρα πια, η πείνα, η δίψα κι’ η αγωνία της είχαν σβήσει.

Που στο διάβολο της ήρθαν στο νού τούτες οι σκέψεις απόψε. Πρέπει να κοιμηθεί. Αύριο θα πάρει το πρώτο τρένο πάλι. Δεν φοβάται πια. Κατέχει καλά τι θα γίνει αύριο μεθαύριο… του χρόνου. Εσπασε το σύνορο ανάμεσα στο ΣΗΜΕΡΑ και το ΑΥΡΙΟ. Το ΑΥΡΙΟ είναι ΣΗΜΕΡΑ και το ΣΗΜΕΡΑ είναι ΑΥΡΙΟ.

«Δεν έχει ύπνο, απόψε,» σκέφθηκε η γυναίκα και στην τηλεόραση δεν έπαιζε τίποτα που ν’ αξίζει τον κόπο. Ζέστη που έκανε! Η γυναίκα κοίταξε έξω απ΄το παράθυρο. Στη γωνία του δρόμου ένα αγόρι και ένα κορίτσι φιλιότανε ξέφρενα. Η  γυναίκα τους κοιταξε κουρασμένα. Υστερα έκλεισε το παράθυρο. Εξω η νύχτα γινότανε πιο καυτή, πιο πυκνή, πιο ατέρμονη.

Χίμαιρα

 

Share this

error: Content is protected!