Σεβασμιώτατε, Κυρία, καί Κύριοι,
Είμαι ευτυχής άπευθύνων ύμΐν τόν πρώτον θερμόν χαιρετισμόν κατά τήν έπέτειον τής ‘Εθνικής μάς παλιγγενεσίας. Είθισται κατά τήν ήμέραν ταύτην νά πλέκηται τό έγκώμιον τού ώραιοτέρου έν τη ίστορία τών αιώνων μεγαλουργήματος αυτοθυσίας, ανδρείας πατριωτισμού. Τό γιγάντων έργον τών ήρώων το1821 έσχεν ίσχυρόν άντίκτυπον είς όλον τόν τότε πεπολιτισμένον κόσμον. Τά μεγαλείτερα πνεύματα έν’ τή τότε διανοήσει καί τόσοι άλλοι έψαλλαν ύμνους πρός τήν μικράν Έλλάδα”καΐ : ίάςν ολίγας χιλιάδας τών ήρώων· αγωνιστών της. Επιτρέψατε μου νά κάμω μίαν έξαίρεσιν τού γενικού τούτου κανόνος καί νά τονίσω σήμερον τό έγκώμιοντών ήρώων τής σημερινής γενεάς οίτινες παρελάβομεν μίαν μικράν Ελλάδα 700. 000 κατοίκων καί παραδίδομεν -είς τούς απογόνους μας ‘Ελλάδα 7.000.000 με Μακεδονίαν, Θράκην, Νήσους. Τά μεγαλουργήματα, τοΰ ‘Ελληνικού στρατού κατά τούς Βαλκανικούς Πολέμους είναι ισάξια τών κατορθωμάτων των ήρώων τοΰ 1821 .Ή δέ άλμάτΐκή πρόοδος. της σημερινής -Ελλάδος πρόκάλεΐ αληθή κατάπληξιν. Παρελάβομεν τον Πειραιά με 4 —5 μικροκαλύβας καί τάς Αθήνας μέ δεκάδας τινας μικρόσπιτα καί παραδίδομεν δύο μεγαλουπόλεις μέ πληθυσμον άνω τοΰ εκατομμυρίου, με τάς Αθήνας αληθή μεγαλούπολιν, μέ λαμπρά λεωφόρους, δημόσια οικοδομήματα καλλιτεχνικά, κήπους καί παρκα καί δενδροστυχίας καί μέ Πειραιάδεσπόζοντα της Μεσογείου καί έκ τών, μεγαλειτέρων, άν μή τόν μεγαλείτερον λιμένα της.
Καί ή θαυμαστή άνάπτυξις τής’Ελλάδος σήμερον επεκτείνεται είς όλους τούς κλάδους τής έθνικής οικονομίας. Τό νόμισμά μας εχει άντίκρυσμα χρυσού 71 ο)ο, κατά συνέπειαν, είναι τό σταθερώτερον νόμισμα έντή Βαλκανική. Ή βιομηχανία μας έκαμεν άλματικάς προόδους. Τά ‘Ελληνικά μεταξωτά είναι τά καλλίτειρα όλων, τά μάλλινα ύφάσμα, τα συναγωνίζονται τά καλλίτερα Ευρωπαϊκά, ή σταφις μας καί τά καπνά καί τό λάδι έπωλήθησαν είς τιμάς λίαν εύνοΐκάς. Ή καλή έσοδεία τών δύο τελευταίων έτών έπέτρεψεν είς τούς γεωργούς μας νά πωλήσουν τά προϊόντατων είς άπιστεύτους τιμάς, νά πληρώσουν τά χρέη των καί νά έχουν πλεονάσματα. Ή εμπορική ναυτιλία μας προκαλεί τόν θαυμασμόν απανταχού. Ή ‘Ελληνική σημαία έρχεται πρώτηείς τόν Δούναβιν καί τήν Μαύρήν Θάλασσαν καί μεταφέρει τάς ώραίας πτυχάς της είς όλας τάς θαλάσσας καί τούς ωκεανούς. Τήν ώραίαν άλματικήν μας πρόοδον ήλθε νά άμαυρώση ή Μικρασιατική καταστροφή καί όμως καί έδώ έπραγματοποιήθη έτερον μεγάλο θαύθα προκαλέσαν τήν κατάπληξιν ολοκλήρου τοΰ πεπολιτισμένου κόσμου. Τό έκατομμύριον καί πλέον τών προσφύγων αντί καταστροφά έφερεν είς τήν ‘Ελλάδα εύδαιμονίαν. Ή έργατικότης των, ή πεΐρά των, ή φιλεργία των ευραν ελεύθερον στάδιον αναπτύξεως, ειδικοί δέ βιομηχανίαι ανθούν σήμερον παρέχουσαι έργασίαν είς χιλιάδας πρόσφυγας. Οιονδήποτε άλλο Κράτος είς παρομοίαν περίπτωσιν θά κατεστρέφετο. Φαντασθήτε τήν Γαλλίαν, έκ τών πλουσιωτέρων Κρατών τού κόσμου, κατακλυζομένην μίαν ώραίαν πρωΐανμε 15 εκατομμύρια πρόσφυγας, ρακένδυτους πειναλέους, αστέγους. Η τήν μεγάλην Άμερικανικήν Όμοσπονδίαν κατακλυζομένην άπό 30.000.000, τό τέταρτον τού πληθυσμού της. Άμφότεραι θά κατεστρέφοντο -διότι θά ήτο άδύνατον νά ανθέξουν. Άλλά στρέφων τό βλέμμα καί προς τήν άπομεμακρυσμένην τάύτην ήπειρον είμαι ευτυχής διαπιστών τό μεγάλο θαύμα όπερ έπετελέσατε διαβιούντες κοπά χιλιάδας είς τό πλούσων -έδαφος τής φιλοξένου ταύτης χώρας καί ευημερούντες. Ήλθατε έδώ προ 10, 20, 30, 40 ίσως καί 50 έτών, άνευ πόρων, άνευ ηθικού τίνος στηρίγματος, άνευ ελπίδος πιθανής στροφής καί μέ τό δαιμόνων έκεΐνο πνεύμα πού χαοακτηρίζει τήν φυλη μας, κατωρθώσατε, έργαζόμενοι φιλοτιμίας καί άόκνως καί σκληρώς νά έπιβληθήτε καί νά ζήτε ευτυχείς μέ τάς Κοινότητας σας, τά σχολειά σας, τάς έκκλησίας σας. Ερχομαι είς τήν Αύστραλίαν μέ τήν άπόφασιν νά έργασθώ μέ όλας μου τάς δυνάμεις προς προστασίαν τών συμφερόντων σας, τόσον τών ατομικών όσον και τών γενικωτέρων τοιούτων. Θέλω νά μέ θεωρήσητε τόν καλύτερον σας φίλον καί σύμβουλον, έτοιμον νά ακούσω τά παράπονά σας, τά ζητήματά σής και να σάς παρασχω άμέριστον τήν συνδρομήν μου καί συμβουλήν μου, τήν καλήν, τήν σόφρονα. Ζητώ μόνον νά μοΰ παράσχητε την έμπιστοσύνην σας, όλην τήν έμπιστοσύνην σας, καί άφίνοντες κατά μέρος προγενεστέρας διχονοίας καί πάθη νά δώσητε άλλήλόις την χείρα καί νά όμονοήσετε λαμβάνοντες ώς παράδειγμα τούς βοΰλευτάς τής πεπολιτισμένης ‘Ομοσπονδίας έν τή οποία ζήτε οΐτινες, ώς άνέγνωσα,- κατά τήν λήξιν τών εργασιών κάθε συνόδου, συμπολιτευόμενοι καί αντιπολιτευόμενοι, λησμονοΰντες τά πολιτικά πάθη κάϊ τάς διαφοράς, αλληλοαγκαλιάζονται, άλληλοασπάζονται και μεταβαίνουσιν είς τό γειτονικό μπάρ νά τσουγκρίσουν τά ποτήρια των είς ένδειξιν αδελφοσύνης καί συμφιλιώσεως καί λησμοσύνης τοΰ παρελθόντος. Εχετε τήν ευτυχία, νά έχητε άρχηγόν τής Έκκλησίας σας Ίεράρχην σεβαστόν, έντιμον, πατριώτην πλήρη ζήλου καί αγάπης πρός υμάς καί τό έργον σας, τοΰ όποιου τάς μακράς καλάς υπηρεσίας έπανειλημμένως άνεγνώριζεν ή ‘Ελληνικη Πολιτεία. Άγαπήσα τέ Τον, ένΐσχύσατέ Τον είς τάς άοκνους προσπάθειας Του, διά τό καλόν σας και συμμορφούμενοι με τό παράδειγμα τών Άύστραλών βουλευτών- δώσατε τόν άδελφικόν άσπασμόν προς αλλήλους καί όμονοήσατε καί, ύπό τήν προϋπόθεσΐν καί μόνον ταύτην, έπιτρέψατέ μοι νά σάς απευθύνω τόν θερμότατον χαιρετισμόν τού έπισήμου Κράτους καί νά σάς ευχηθώ -με όλην μου τήνψυχήν ύγείαν, εύτυχίαν, εύδαιμονίαν καί πρόοδον.