Παίρνοντας αφορμή από τη διάλεξι του κ. Ιγνέλη με θέμα “Έλληνες στην Αίγυπτο” θα θέλαμε να αντιπαραβάλουμε και τους Έλληνες στην Αυστραλία. Η εργασία του κ. Ιγνέλη σε μια εξαίρετη σπονδύλωσι ήταν ένα πλήρες ιστορικό ντοκουμέντο για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου. Χρησιμώτατο για τον μελετητή της ανεπίσημης και πανάρχαιας αυτής Ελληνικής αποικίας, λεπτομερέστατο χωρίς να είναι κουραστικό, ευχάριστο χωρίς να ξεπέφτει στο κοινότυπο. Κάτι “μαργαριτάρια” μόνο γλωσσικά (αδελφοτήτας και τέτοια) που σίγουρα ξέφυγαν του ομιλητή στην προσπάθεια νάναι σύντομος, αντήχησαν άσχημα. Δεν σταματάμε όμως στη διάλεξι. Η κριτική θα μπορούσε ν΄αποδοθή με τρεις λέξεις. Σαφής, ταχύς, πλήρης.
Κάποια ερωτηματικά και μια σύγκρισι θέλουμε να συζητήσουμε. Για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου και της Αυστραλίας. Γιατί μια αποκαρδιωτική έκφρασι ακούστηκε από μερικούς. Πως δεν έχουμε τίποτα να παρουσιάσουμε και δεν μπορούμε να σταθούμε σ΄αναμέτρησι.
Είναι αλήθεια πως όχι.
Όμως, αν κάνουμε μια αντιπαραβολή των συνθηκών θα δούμε πως δεν έχουν θέσι οι μεμψιμοιρίες. Οι Έλληνες στην Αίγυπτο από την εποχή ήδη των Πτολεμαίων δεν ήταν μετανάσται βιοπαλαισταί για τον επιούσιο. Πήγαν πάντα σαν δημιουργοί επιχειρήσεων, με μέσα και γνώσεις, έμποροι κι αναμορφωταί. Κι αν βρέθηκαν κι ελάχιστοι της κλάσεως του μετανάστη στην Αμερική του περασμένου αιώνα και στην Αυστραλία του 20ου, χωνεύτηκαν μες στη δημιουργημένη ελληνική πραγματικότητα κι ανέβηκαν γρήγορα ή τουλάχιστον στην πρώτη επόμενη γενεά.
Γιατί ήταν η ελληνική εκπαίδευσι και η οικονομική άνθησι, γιατί ήταν η επαφή με την Πατρίδα ολοζώντανη, γιατί ήταν το κύρος των εκπροσώπων της Ελλάδος ισχυρό, γιατί τέλος ήταν η ελληνική κοινωνία των μεταναστών σκαλωμένη σ΄όλες τις αξίες. Πνευματικοί άνθρωποι, επιστήμονες, βιομήχανοι, παραγωγοί, επαγγελματίες.
Κι η Εκκλησία επίσημη και ισχυρή συμπλήρωνε και επιστέγαζε το κύρος του ελληνικού ονόματος.
Η χώρα απ΄το άλλο μέρος, μ΄ότι πολιτισμό κι΄άν είχε, δεν είχε και δεν έχει ως τις μέρες μας δημιουργηθή οικονομικά και παραγωγικά. Ούτε το επιβάλλον του αφέντη δεν είχε ποτέ. Τώρα που τ΄απόχτησε βλέπουμε το θλιβερό φαινόμενο της διαρροής του Ελληνισμού της Αιγύπτου, του πιο γνήσιου και ανθηρού ξενητεμένου Ελληνισμού.
Ποιός Έλλην της Αιγύπτου είχε αιγυπτιακή υπηκοότητα; Ήσαν κράτος εν κράτει κατά κάποιον τρόπο. Είχαν δίπλα στην ελληνική ζωντάνια την οικονομική δύναμι, την εκπαίδευσι ελληνική. Ζούσαν τα ελληνικά ιδανικά, ζούσαν αδέσμευτοι γι΄αυτό μεγαλούργησαν.
Ας έρθουμε τώρα στη χώρα που ζούμε κι ας πάρουμε τα δύο βασικά, τη χώρα και τους Έλληνες μετανάστες.
Με την αρχική ιδιότητα της φυλακής, τούτη η χώρα, δέχτηκε κάθε παραχώρησι δικαιώματος σαν ελεημοσύνη. Κι ευγνωμονούσε πάντα τον αφέντη της γι΄αυτό. Μέσα στη λαϊκή ψυχή που τώρα κάπως δημιουργείται εθνική συνείδησι, η έννοια ανεξαρτησία δεν ρίζωσε ακόμη. Η ελευθερία δεν είναι συνειδητοποιημένη σε ιδανικό. Ας μη ξεγελιόμαστε με το “Free Country”που σαλπίζουν γύρω μας. Αυτό είναι η καραμέλα που τους έδωσε ο αφέντης να πιπιλίζουν για να μην ζητούν περισσότερα.
Η χώρα δεν είναι ελεύθερη. Έχει πολύπειρο αφεντικό στα ζητήματα της εκμεταλλεύσεως.
Εκείνο που πολλοί βλέπουν ελευθερία, δεν είναι παρά ασυδοσία. Πως αλλοιώς να ονομάσης το θλιβερό φαινόμενο της απλωμένης μέθης, το αχαλίνωτο σεξουαλικό ένστικτο, την οικογένεια σε απλή συγκατοίκησι;
Και παράλληλα το Κράτος σε μια υπολανθάνουσα παρουσία με πρώτη προβολή παντού και πάντα τα σύμβολα του αφέντη.
Κάτω απ΄τη σκιά του όλη η ζωή της χώρας, προπάντων η οικονομική και η εκπαίδευσι.
Σ΄αυτή τη χώρα, την υποτελή, ήρθαν οι πρώτοι Έλληνες. Παιδιά οι περισσότεροι, χωρίς άλλο εφόδιο από την υγεία και τα νειάτα τους. Άλλος άφισε τη βάρκα σε κάποιο ακρογιάλι, άλλος τα γίδια του σε μια ραχούλα, άλλος το εργαστήρι σε κάποια πόλι ή χωριό. Ελεύθερες κι ανύποπτες ψυχές, πόσες φορές δεν έκλαψαν κρυφά κι ολόπικρα για τη σκλαβιά που γνώρισαν σε τούτη την “ελεύθερη χώρα”. Κι όχι για της χώρας τη σκλαβιά πούταν ακόμη τότε αποικία.
Σκεφτήτε όμως ένα παιδί, στην ήβη ακόμη, που σηκώνεται την πρώτη Κυριακή στην ξενητειά, βάζει τα γιορτινά του, την ψάθα του που την είχε καμάρι και πολυτέλεια με τα χρυσά της γράμματα “ΑΣΠΙΣ” να πάη στην εκκλησία σαν πούξερε. Και βρίσκει στην πόρτα τον “μπόσση” έκπληκτο και θυμωμένο να του λέη πω τον περιμένει ένα τσουβάλι με πατάτες για καθάρισμα.
Σκεφτήτε ακόμη την αποκάρδιωσι του νέου που ανακαλύπτει πως υπόγραφε για δέκα πέντε σελλίνια κι έπερνε πέντε. Θα καταλάβετε την ξενητειά και την σκλαβιά δίπλα στην απειρία των πρώτων μεταναστών. Είναι πραγματικότητες που τις ακούμε κάθε μέρα.
Πίκρες, αγώνας κι ερημιά. Σ΄ένα χωριό –λίγα σπίτια εννοείται- στην απεραντοσύνη τούτης της ηπείρου. Δούλεψαν σκληρά και μόνο δούλεψαν. Στερήθηκαν τα πάντα ακόμη και την ανταλλαγή της γνώμης και την εξήγησι της απορίας.
Μαζεύτηκαν στις μεγάλες πολιτείες τελευταία οι περισσότεροι κι ενώθηκαν σε κοινότητες υποτυπώδεις. Έχτισαν και την εκκλησιά τους, έφεραν τον παπά τους κι είπαν πως επί τέλους έγιναν κοινωνικοί. Η συγκεκριμένη μορφή της Ελληνικής παροικίας σχηματίστηκε λίγο πριν τον τελευταίο πόλεμο. Κι η άνθησι της κοινωνικής ζωής μετά απ΄ αυτόν. Έκτοτε αρχίζει και κάποια κίνησι οργανωτική. Φτάνουν κάτι καινούργιοι άνθρωποι, μπαίνει νέο αίμα στην παροικία. Σύλλογοι, άνετα σπίτια, χοροί, έρανοι για τη δοκιμασμένη πατρίδα, κίνησι μ΄ένα λόγο.
Τι περισσότερο να ζητήσουμε; Ποιός είχε τη δυνατότητα για μεγάλες δωρεές, ποιά επιχείρησι ανδρώθηκε σε βιομηχανία;
Που σύγκριση με την Αίγυπτο. Εκεί ο ντόπιος έπαιρνε την αμοιβή της δουλειάς του σαν ελεημοσύνη. Εδώ δεν ήταν παράξενο να φάη χωρίς να πληρώση και να σε βρίση κι΄από πάνω. Ας είμαστε δίκαιοι. Ήταν πολύ το ότι οι νεοφερμένοι βρήκαν κι΄εκκλησία να κάνουν το σταυρό τους. Ας μη ζητάμε περισσότερα. Ούτε η μόρφωσι, ούτε ο χρόνος για διάβασμα υπήρχε καν. Και κείνη η μαύρη μάνα με την ποδιά μπροστά στην “γκρίλα” κι΄αν είχε κάτι να διδάξη τα παιδιά της για την Ελλάδα, πότε να το κάνει;
Έτσι πήραν κι εκείνα μόνο από το σχολείο την μόρφωσι. Κι αποξενώθηκαν και έσκυψαν στη γη που τα έθρεψε, γιατί δεν γνώρισαν τίποτα πιο πέρα. Η εκπαίδευσι πρακτική και ειδική, προβάλει πάντα και διαφημίζει την αγγλική ιστορία και κάθε τι το αγγλικό.
Ποιός δεσμός μένει στις γενεές που δεν γνώρισαν Ελλάδα με ό,τι ελληνικό;
Πραγματικότητες λυπηρές και αδιάψευστες.
- Ας ευχηθούμε με το καινούριο αίμα που μπήκε στον ελληνισμό της Αυστραλίας να ζωντανέψει το καλό ελληνικό όνομα και να επαληθέψη κι ο οραματισμός του σεβάσμιου πρεσβύτη που επιλόγησε την διάλεξη του κ. Ιγνέλη. “Ποιός θα μνημονέψη την τωρινή ζωή των Ελλήνων στην Αυστραλία σε πενήντα χρόνια;”
Κι έβλεπε ασφαλώς μια ελληνική παροικία ανθηρή και προωδευμένη.
“Όχι, μπάρμπα. Δεν θα φτάσουμε ποτέ τον Ελληνισμό της Αιγύπτου, δεν θα γίνη πραγματικότης αυτό που η αγέραστη ελληνική καρδιά σου λαχταράει. Μα φώναξε κι εσύ σ΄όλους του ξενητεμένους Έλληνες που έχουν κάτι να δώσουν, να κάνη καθένας τον αγώνα του, για την διατήρησι κι εξύψωσι του Έλληνα ξεριζωμένου. Έτσι για την τιμή και την αξιοπρέπεια. Για την υποχρέωση της μεγάλης κληρονομιάς, για την φτωχή περήφανη Πατρίδα.
Και πιο πολύ για την εξύψωσι του καθενός, σαν ανθρώπου κι΄όχι ζωντανού σε τούτο τον κόσμο.”
Βαρθολομαίος