ΒΛΑΣΗΣ ΖΑΝΑΪΛΗΣ
Ανάμεσα στους μεταπολεμικούς Έλληνες της Αυστραλίας, το όνομα του Βλάση Ζαναΐλη (ή Vlase Zanalis όπως είναι γνωστός στους Αυστραλούς ζωγράφους) είναι, άγνωστο. Και όπως στους παλαιούς Έλληνες της χώρας αυτής, ο Ζαναΐλης ήταν μια φυσιογνωμία πολύ γνωστή, όπως ήταν και στους Αυστραλούς συμπολίτες μας, για την τέχνη του μα και για τη φωνή του. Πάρα πολλοί τον θυμούνται για την ωραία του φωνή και τα τραγούδια του στις ελληνικές συγκεντρώσεις. Αλλά οι περισσότεροι που ενδιαφέρονται για τη ζωγραφική, τον θυμούνται από τους πίνακές του, τις προσωπογραφίες του, τα τοπία της χώρας αυτής και τους πίνακες των ιθαγενών της.
Ο Ζαναΐλης ήταν μια φυσιογνωμία, μια προσωπικότητα που τίμησε με την τέχνη του την γενέτειρά του, το Καστελλόριζο (την Μεγίστη), την Ελλάδα και τους Έλληνες της χώρας που σήμερα ζούμε, και στην οποία ο ίδιος μεγάλωσε, έζησε και πέθανε. Οι πίνακες του Ζαναΐλης στολίζουν σήμερα εκκλησίες, πινακοθήκες πολλών πανεπιστημίων και κολλεγίων, και γραφεία μεγάλων εταιριών, τόσο στην Αυστραλία όσο και στο εξωτερικό.
Ο Ζαναΐλης γεννήθηκε στη Μεγίστη (το γνωστό Καστελλόριζο) στις 12 Ιανουαρίου το 1902 και ήρθε στην Αυστραλία με τους γονείς του σε ηλικία 12 ετών. Εγκαταστάθηκαν στο Περθ της Δυτικής Αυστραλίας που είχαν συγγενείς μεαξύ των οποίων και οι γνωστοί μεγάλοι καπνοπαραγωγοί και καπνοβιομήχανοι αδελφοί Πέτρος και Μιχάλης Μιχελίδης. Από μικρό παιδί ο Ζαναΐλης ενδιαφέρθηκε για την ιχνογραφία και τη ζωγραφική. Σε ηλικία 24 ετών αποφάσισε να αφιερωθεί στη ζωγραφική και να ζήσει από αυτή την τέχνη, γι’ αυτό και γράφθηκε στην τεχνική σχολή του Πέρθ. Η ζωγραφική ήταν για τον Ζαναΐλη από τη στιγμή της εγγραφής του στη Σχολή, όχι μόνο ένα είδος επαγγέλματος αλλά και τρόπος ζωής.
Vlase was a relation of the Michelides boys. He showed interest and aptitude in art and Michael introduced him and paid his tuition fees so that he could study art under James Linton. Vlase went on to create ikones for Agios Constantinos and Helene in Parker St. as well as produce art that is held in private collections and institutions including The University of Western Australia and Curtin University. Lefki Mathewdaki commissioned a painting of the Last Supper, which still hangs in the church above the door upstairs as you enter the choir stand. [http://www.castellorizo.org/newsletter/newsletter27.pdf]
Άνθρωπος μεγάλης εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης ο Ζαναΐλης είχε ανθρωπιστικές αρχές, που επάνω του βάσισε όλη του τη ζωή και που τον κατεύθυναν στις σχέσεις του με τους συνανθρώπους του. Αγάπησε την Αυστραλία ολόψυχα, χωρίς όμως να ξεχάσει και τον τόπο που γεννήθηκε, το μικρό νησάκι, την Μεγίστη και την χώρα της καταγωγής του, την Ελλάδα. Την μεγάλη του αγάπη για την Αυστραλία την εκδήλωσε στους πίνακές του που παρουσιάζουν αυστραλιανά μοτίβα και αντικαθρεπτίζουν τη ζωή της Αυστραλίας – τα ορυχεία, την κτηνοτροφία, τη γεωργία, τη βιομηχανία, καθώς και τις φυσικές της καλλονές, τα δάση, τα βουνά, τις λίμνες, τα ποτάμια και τις πηγές, χωρίς να παραλείψει και τη ζωή των Ιθαγενών, που γι΄αυτούς και τη μελέτη της ζωής τους, ο Ζαναΐλης αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του και της προσωπικής του ζωής. Ένας από τους σπουδαιότερους πίνακες του Ζαναΐλη, και από τους πιο γνωστούς ανάμεσα στους προπολεμικούς Ελληνο-Αυστραλούς και τους Αυστραλούς, είναι το «The Birth of a Nation» (Η γέννηση ενός έθνους), ένας προφητικός πίνακας που δημιουργήθηκε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης – που κράτησε από το 1930 μέχρι το 1935 – και που χρειάστηκε δύο χρόνια για να τελειώσει. Τον πίνακα αυτό, τον αφιέρωσε ο Ζαναΐλης στην Αυστραλία του μέλλοντος, και μετά την έκθεσή του σ’ όλες τις Πολιτείες της Αυστραλίας τον παρέδωσε στην Πινακοθήκη της Κοινοπολιτειακής Βουλής.
Στον πίνακα αυτό ο ζωγράφος εκφράζει την πρόβλεψή του για την εξέλιξη της Αυστραλίας στη βιομηχανία, την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της, την εξέλιξή της στο εμπόριο, στην αεροναυτική και την οικονομική της ευρωστία που τότε ήταν αναιμική από την οικονομική κρίση που μάστιζε όλο τον κόσμο. Στην τεχνική σχολή του Πέρθ σπούδασε όπως είπαμε ζωγραφική υπό την επίβλεψη του γνωστού δασκάλου της τέχνης Τζέημς Λίντον καθώς και ανατομία, που τον βοήθησε στις προσωπογραφίες και στις απεικονίσεις των ιθαγενών που θεωρούνται από τους ειδικούς ως τέλεια δείγματα σωματικής και ανατομικής συμμετρίας. Μετά την αποφοίτησή του από την σχολή ζωγραφικής ο Ζαναΐλης με φίλο του και συνάδελφο καλλιτέχνη άνοιξαν στούντιο ζωγραφικής στο Πέρθ. Η οικονομική όμως κατάσταση στην οποία τόσο σκληρά και γρήγορα υπέκυψε η χώρα, τους ανάγκασε να το κλείσουν. Αλλά ο Ζαναΐλης αισιόδοξος όπως ήταν πάντα στη ζωή του και με το ελληνικό ρητό στο νού του ότι «μια πόρτα κλείνει και δέκα άλλες ανοίγουν» επροχώρησε σταθερό στο πρόγραμμα που χάραξε και που στο τέλος τον έκαμε τον περισσότερο γνωστό ζωγράφο της εποχής του.
Η τέχνη του έγινε επίσης και ο φορέας της κουλτούρας των Ιθαγενών. Προσπάθησε να την παρουσιάσει ζωντανή μπροστά στους λευκούς κατοίκους της Αυστραλίας, που την ξέχασαν ή που προσποιούνταν ότι την ξέχασαν και την έσπρωχναν κάτω από τον τάπητα της αδιαφορίας και της λησμονιάς. Η συνείδηση του Ζαναΐλη επαναστατούσε στη φανερή και ασυγχώρητη αδιαφορία των λευκών Αυστραλών, που προσπαθούσαν να αφανίσουν χιλιάδων χρόνων ιστορίας και κουλτούρας των Ιθαγενών. Άρχισε έτσι να παρουσιάζει στους πίνακές του ευρήματα έργων των Ιθαγενών, σε κοιμητήρια, σπηλιές και άλλα τοιχώματα και τους θαυμάσιους μύθους της κοσμογονίας – όπως την φαντάζονταν χιλιάδες χρόνια πριν – με ζωντανά χρώματά τους αναλλοίωτα.
Οι εξερευνήσεις του στα παρθένα ενδότερα της κεντρικής και βορειοδυτικής Αυστραλίας άρχισαν να γίνονται γνωστές μέσω του τύπου και η τέχνη των μαύρων της χώρας αυτής να γίνεται γνωστή και να κινεί το ενδιαφέρον του κόσμου. Ο Ζαναΐλης έγινε ο πρεσβευτής των ιθαγενών φυλών, των δασών και των κοιλάδων της άγνωστης και ανεξερεύνητης Αυστραλίας.
Ο ήσυχος και ειλικρινής αυτός ζωγράφος με τον μεταδοτικό ενθουσιασμό του, εκτιμήθηκε και απόκτησε την εμπιστοσύνη των ιθαγενών φυλών της βορειοδυτικής Αυστραλίας τόσο πολύ που τον μύησαν σε ειδική τελετή με ανταλλαγή αίματος, σαν αδελφό τους. Αυτό έγινε από την φυλή των Dadaway, των Kimeberleys, και του έδωσαν τα ονόματα Linjulmara και Kalarougari. Το πρώτο όνομα ήταν για την καθημερινή κοινωνική χρήση και το δεύτερο όνομα για χρήση στις επίσημες τελετές. Ο Ζαναΐλης έζησε με τους Dadaway τρεις διαφορετικές εξάμηνες περιόδους και όταν στην επέτειο του 65ου έτους της ηλικίας του του αποχαιρέτησε για τελευταία φορά, άφησε πίσω του έναν κόσμο αγνό και ανεπηρέαστο από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και τις επιρροές των λευκών. Λίγο καιρό μετά την επιστροφή του στο Πέρθ ο Ζαναΐλης έλαβε ένα γράμμα από φίλο του ιθαγενή Αυστραλό ονομαζόμενο Robert. Ο Robert υπαγόρευσε το γράμμα στη θυγατέρα του, που εμαθήτευσε στη σχολή μιας ιεραποστολής. Το παραθέτω στην αγγλική γλώσσα όπως γράφτηκε ώστε να μην αλλάξει το πνεύμα του στη μετάφραση:
My dear friend – I am writing this letter saying how sad I am that you are going away for we were just like really friends, and I can say we will miss each other but I will never forget you and all the fun we had together… May God bless you in all you do. Your true friend, Robert
O Robert απεικονίζεται στους περισσότερους πίνακες του Ζαναΐλη που σχετίζονται με τη ζωή των Ιθαγενών και ήταν ο οδηγός του σε όλες τις περιπλανήσεις του ζωγράφου μας μέσα στις εκτάσεις των δασών και των κοιλάδων της βορειοδυτικής Αυστραλίας.
Στο Πέρθ, την Αδελαΐδα και το Σύδνεϋ οι ομογενείς μας μπορούν να δουν έργα του Ζαναΐλη, στις εκκλησίες των «Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης» (Πέρθ), στην εκκλησία της «Αγίας Λουκίας» (Σύδνεϋ). Οι πρώτες αγιογραφίες του Ζαναΐλη έγιναν στο Πέρθ. Οι κριτικοί με τα ωραιότερα λόγια εκφράστηκαν για τη δουλειά του Ζαναΐλη αποκαλώντας τον τον «νεότερο Ελ Γκρέκο» όπως μου έλεγε ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Μόνο οι ομογενείς μας δεν ήταν ευχαριστημένοι απ΄τις εικόνες γιατί οι εικονιζόμενοι άγιοι ήσαν… καχεκτικοί. Σήμερα οι καχεκτικές αυτές εικόνες προσελκύουν επισκέπτες απ’ όλη την Αυστραλία που προσέρχονται για να θαυμάσουν τη δουλειά του Έλληνα καλλιτέχνη και να μελετήσουν την τέχνη του.
Ο Βλάσης απεβίωσε σε ηλικία 73 ετών στο Πέρθ. Οι εφημερίδες και τα περιοδικά εσχολίασαν το θάνατό του ως «απώλεια του καλλιτεχνικού κόσμου της Αυστραλίας με γλαφυρά επικήδεια άρθρα. Στην πρώτη επέτειο του θανάτου του η καθημερινή εφημερίδα του Πέρθ «West Australia» έγραφε για τον Ζαναΐλη μεταξύ άλλων τα εξής:
“With the death of Vlase Zanalis, the Northern Aborigines lost a true friend and Australia one of its most dedicated and sincere artists, a man able to get to the inner truth of a subject and put it on canvas. He was a pioneer of the North and of Australian Art and his endurance and dedication were in the best European artistic tradition…”
Ενώ άλλος έγραψε…
«Zanalis captured on canvas the dignity of the fellow tribefolk. His Black Madonas – regal mothers cuddling their husky children – are traditional, with a difference, and his kings of the red earth are undeniably blue blooded…».
Aυτός ήταν εν συντομία ο Βλάσσης Ζαναΐλης, ο άνθρωπος και ο καλλιτέχνης για τον οποίο τόσα λίγα γνωρίζουμε.
κείμενο: Φλώρος Μ. Δημητριάδης [Χρονικό 6-7, 1987]
Από την παρουσίαση της βιογραφίας του Βλάσση Ζαναΐλη από τον John N. Yiannakis σε συνέδριο το 2005, προσθέτουμε μερικά στοιχεία για τη ζωή του
- Γεννήθηκε: 12 Ιανουαρίου 1902 στο Καστελλόριζο
- Γονείς του: Ιωάννης (ναυτικός) και Ελένη (ταλαντούχα κεντρήστρα).
- Το 1914 ο Βλάσσης συνόδευσε το θείο του, Αντώνη Πονέρο, στη Δυτική Αυστραλία. Λίγα χρόνια αργότερα ο Πονέρος έφερε τη σύζυγό του, τα δύο του παιδιά και την αδελφή του, Ελένη Ζαναΐλη.
- Ο Βλάσσης πήγε στο Saint Patrick’s Catholic School στο Φρήμαντλ μόνο δύο εβδομάδες. Άφησε το σχολείο και εργάστηκε στο μαγαζί του θείου του, ένα oyster salon.
- Κοιμόταν σε ένα ξύλινο κουτί σε μια αποθήκη.
- Ενώ εργαζόταν στην κουζίνα, έπεσε στο μάτι του καυστική σόδα με αποτέλεσμα να χάσει την όραση στο δεξί του μάτι. Έκτοτε, την εξωτερική του εμφάνιση την αντιμετώπιζε με μεγάλη ευαισθησία, παρόλο που αργότερα τελικά έβαλε γυάλινο μάτι. Σπάνια θα δει κανείς φωτογραφία του που να μην είναι προφίλ.
- Πέθανε στις 8 Νοεμβρίου 1973, μετά από σύντομη ασθένεια. [Perth’s Karrakatta Cemetery]
Vlase Zanalis was born on the Greek island of Castellorizo in 1902 and migrated to Western Australia in 1914. In the 1920s he studied art at Perth Technical School under the guidance of Robert James Linton. At a time when his compatriots sought to advance themselves by entering small business and ethnic community politics Zanalis chose to be different, forging an alternative path which would see him become a noted iconographer, portraitist and landscape artist. He would gain national acclaim in 1934 for his “The Birth of a Nation”, but it was his work after 1949 on the Australian landscape and Aboriginal themes, notably his memorial to Aboriginal Australians consisting of 88 images, that dominated his life painting. Midway through his career, Zanalis began a romantic relationship with Aboriginal culture, which dominated his art for the last twenty years of his life. He became one of the first non-Aboriginal artists to incorporate the symbols of indigenous art into his own work, and to value indigenous Australians and their culture. Palassis (Vlase) Ioannis Zanailis was born on the remote Greek island of Castellorizo on 12 January 1902. His father, Ioannis, was a sailor. His mother, Eleni, was a skilled gold embroiderer in her youth. In 1914, Vlase accompanied his uncle, Antoni Poneros, to Western Australia. A few years later Poneros brought out his wife, their two children and his sister, Eleni Zanailis. After about two weeks at Saint Patrick’s Catholic School in Fremantle the twelve year old Zanalis left school to work for his uncles in their city oyster saloon. Vlase slept in a converted wooden box in a storeroom. It was while working here as a kitchen-hand that Zanalis lost the sight of his right eye after caustic soda splashed into it. The disfiguration resulted in Zanalis becoming sensitive about his looks and, although he eventually had a matching glass eye fitted. One rarely sees a photo of him that is not a profile of his good side. He never publicly discussed the loss or voiced an opinion that it had impaired his artistic skill. The earliest surviving Zanalis landscapes are a coastal scene at Trigg’s Beach painted in about 1932 and a small mural of tobacco growing at Manjimup with kilns in the background undertaken for the Michelides brothers. A major commission that came Zanalis’ way in 1936 was to decorate the Greek Orthodox Church of Saints Constantine and Helene being completed in Northbridge, near central Perth. He had previously painted, in 1935, icons in the Greek Orthodox Church at Innisfail in North Queensland and decorated St Sophia’s Cathedral in Sydney. His icons are also to be found at the Greek churches in Bunbury, Geraldton and the Annunciation of Our Lady (Evangelismos) in West Perth as well as the Serbian Church of Saint Savas in East Perth. https://espace.curtin.edu.au/bitstream/handle/20.500.11937/39377/20330_downloaded_stream_318.pdf?sequence=2
The Australian Women’s Weekly | Sat 25 March 1950
Reproductions in oils of ancient native rock drawings are among 60 canvases painted by artist Vlase Zanalis during two trips he made through the Kimberleys in the rugged north-west of Western Australia. Appropriately, aborigines of the district were the first to view some of the paintings when Mr. Zanalis held an impromptu exhibition of his work at the Forrest River Mission Station. BUSH natives came from miles around to swell the numbers of mission aborigines who were anxious to see the white man’s impressions of their country. Among his paintings of aboriginal rock – drawings is one showing native art found in an abandoned burial cave on Fossil Downs Station, drawings which had been seen by only one white man before Mr Zanalis painted them. These reproductions of primitive paintings have already attracted the scientific interest of Professor Elkin, anthropologist of Sydney University, as examples of a lost art. Mr Zanalis, who claims to be the first white artist to paint the scenery of the Kimberleys, says he could not have got around in the district if it had not been for the help of local station owners. During his second visit he travelled through the wild country for eight months, commuting between the larger centres by plane, and then using a jeep or horses to go where he wanted to paint. Often a native guide, lent him from the nearest homestead, was his only company for weeks on end. “I had a rare opportunity to get to know the natives, and formed a great regard for them,” Mr. Zanalis said.
Robert’s letter
AMONG his treasured mementoes of the Kimberleys is a touching letter to him on his return by a mission native, Robert, who acted as his guide on many trips in the Wyndham district. Written at Robert’s dictation by his literate daughter, the letter read: “My Dear Friend, I am writing this letter saying how sad I am that you are going away, for we were just like real friend, in fact we’re real friend, and I can say we will miss each other but I will never forget you, and all the fun we had together, and I shall always remember you in my prayers. May God bless you in all you do.-Yours True Friend, ROBERT.” Mr Zanalis considers his most interesting painting the one which shows ancient drawings found in a burial cave on Fossil Downs Station. “Mr. William McDonald, the owner of the station, discovered the abandoned burial ground in 1936,”Mr. Zanalis said. “He told me of the native drawings to be seen there, and explained that as the original tribes of that country had been wiped out by disease and tribal warfare the drawings were examples of a lost art. “Naturally I wanted to visit the place, but as it was mustering time, and they needed every man on the station, I had to camp there alone.
“Mr. McDonald took me out by jeep to the ground, which was about 50 miles from the homestead, and by the time he returned for me nine days later the atmosphere of the place had me in a dreadful state.” Mr. Zanalis said that the cemetery was actually along the base of a cliff, the face of which was decorated with primitive symbolic drawings. The corpses had been buried native fashion above the ground in holes and crevices in the cliff face, and dried skulls and bones, which had burst from their paper-bark wrappings, could be seen in the recesses.
“I was so overcome I only managed to paint one picture, and this is of the drawings in a burial cave at the base of the cliff. While I painted I had a view of bleached bones which filled a hole in the rock to the side of the native drawings.” Mr. Zanalis described some of the drawings he had seen in the burial cave as excellent primitive impressionist painting, distinguished by an unusual use of color. In contrast with the rock paintings near Forrest River Mission, which were mostly in the brown, white, and terracotta colors so often seen in aboriginal art, the burial cave figures were painted in vivid blue, grey, and dark navy, and varied shades of red toning to pink.
These colors had grown mellow with the years. Since the local tribe had become extinct, and the burial ground abandoned, the tribal custom of retouching paintings each year had not been observed. Mr. Zanalis said that the native ceremony of retouching often spoiled the original work of the artist. Mr. Zanalis, who came to Australia from Greece when he was 12 years of age, has lived in Perth most of his life, and studied art at the Perth Technical College. Before he began concentrating on landscape painting he had specialised in portraiture. Now he plans to make Sydney his home for a time, and later to visit Queensland to paint some of the magnificent scenery of the north.