Ο Δημήτρης Ντανάς ήρθε μετανάστης στην Αυστραλία το 1955 μέσω της ΔΕΜΕ. Άφησε το δικό του στίγμα στην ελληνική παροικία με ένα παντοπωλείο που παρέμεινε ασυναγώνιστο για 60 ολόκληρα χρόνια. Στη διασταύρωση της οδού Ιλαγουάρα με την οδό Χέρνετ, στον αριθμό 416, ο Δημήτρης έφτιαξε μια δική του γωνιά που θυμίζει Ελλάδα και μάλιστα όπως ο ίδιος είχε πει, το χωριό του, το Παπαρούσι. Ξεκίνησε δειλά-δειλά το 1962 γιατί εκείνη την εποχή το Μάρικβιλ δεν είχε την όψη που έχει σήμερα.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι ολόκληρη η νεώτερη ιστορία του τόπου μας σημαδεύεται από την ξενιτειά. Δεν ήταν μόνο το γονίδιο της περιπέτειας που πάντα ωθούσε τους Έλληνες στην φυγή. Ήταν και η φτώχεια, η ανασφάλεια, οι πόλεμοι, ο εμφύλιος, η απελπισία. Πολλοί απ’ αυτούς τους λόγους έφεραν και τον Δημήτρη Ντανά στην μακρινή Αυστραλία. Οι μικρές εκτάσεις και η ασήμαντη αποδοτικότητα του εδάφους του τόπου μας δύσκολα εκείνα τα χρόνια θα μπορούσαν να θρέψουν και να εξασφαλίσουν στον ίδιο και στην οικογένεια τη στοιχειώδη διαβίωση. Η μοναδική διέξοδος ήταν η μετανάστευση σε μια άλλη πιο ευημερούσα χώρα. Έφυγε από το χωριό μας με λίγα ψίχουλα κληρονομιάς από την γη του και τις μνήμες ενός λαού που περνούσε πικρά χρόνια. Ορφανός από πατέρα – που άδικα του τον στέρησε ο αδελφοκτόνος εμφύλιος – παιδί ακόμα, έγινε ο προστάτης της οικογένειάς του, της μητέρας του Κωνσταντίνας και των αδελφών του Φρόσως και Μαρίας. Έφυγε κουβαλώντας όνειρα και βαθιά μέσα του κράτησε πέρα από το νόστο της πάτριας γης, άσβεστα τα μεγάλα ιδανικά που δίνουν ποιότητα και υπόσταση σ’ αυτό που τα κατέχει. Και έτσι μεγαλούργησε. Δούλεψε πολύ σκληρά, ξεπερνώντας κάθε δυσκολία. Προόδεψε και πρόκοψε, γιατί η ψυχή του Έλληνα έχει μέσα της ανθρωπιά και φιλότιμο, έχει ευαισθησία και γνήσια φλέβα δημιουργική. Έτσι δεν είναι τυχαίο που έχει τύχει τόσων πολλών τιμών και αναγνωρίσεων. Πάντρεψε τις αδελφές του και φρόντισε τη μητέρα του, η οποία δεν ήθελε να ξαναδεί το χωριό. Αυτός όμως ερχόταν και ξαναερχόταν πίσω στην Ευρυτανία και όπως συνηθιζόταν λίγες δεκαετίες πριν, γνώρισε στο Καρπενήσι την Αγαθή Σπαή από το χωριό Άγιος Ανδρέας. Ο νόστος δεν σβήνει γι’ αυτόν και ο νους του περπατάει στον τόπο που γεννήθηκε. Η Αγαθή ήταν ξεχωριστός άνθρωπος. Ήταν έτοιμη να γίνει μάνα, να στηρίξει και να αυξήσει την οικογένεια. Ο γάμος έγινε στην Αυστραλία. Έγιναν γονείς αφού απέκτησαν 4 θαυμάσια παιδιά (2 αγόρια και 2 κορίτσια) και είναι περήφανοι και γεμάτοι ευγνωμοσύνη για την ευλογία που τους χάρισε η Θεία Πρόνοια. Ο Δημήτρης Ντανάς στάθηκε και συμπαραστάθηκε σωστά στην οικογένεια καθοδηγώντας και στηρίζοντας ως ένας έξυπνος, δραστήριος, στοργικός σύντροφος, ταγός και αρωγός δηλαδή ένας πραγματικός επιτυχημένος άντρας. (απόσπασμα από την εφημερίδα Παπαρουσιώτικοι αντίλαλοι | Δεκέμβριος 2014 από το κείμενο της Ελένης Ντανά).
Ο Δημήτρης βίωσε τον ρατσισμό που υπήρχε τα χρόνια εκείνα αλλά, με την καθοδήγηση του Ανδρέα Αντωνίου, του πρώην εργοδότη του που είχε παρόμοιο μαγαζί στο κέντρο της πόλης του Σίδνεϊ και με την εργατικότητά του κατάφερε να προσπεράσει τα όποια εμπόδια. Εκείνη την εποχή είχε ήδη ξεκινήσει και η μαζική μετανάστευση των Ελλήνων και η ζήτηση ελληνικών προϊόντων ήταν αυξημένη. Το Μάρικβιλ σιγά-σιγά άλλαξε όψη και συγκέντρωσε πολλούς μετανάστες, κυρίως Έλληνες. Κι ενώ η πορεία του Δημήτρη στην αρχή ήταν όπως πολλών Ελλήνων μεταναστών, το πείσμα και η θέληση να κάνει κάτι το διαφορετικό υπερίσχυσαν και μπήκε δυναμικά σε έναν χώρο στον οποίο διέπρεψε και έμεινε γνωστός έως το τέλος της ζωής του. Ο Δημήτρης Ντανάς ΜΕΓΑΛΟΥΡΓΗΣΕ στην Αυστραλία και ως πατέρας και ως επιχειρηματίας και ως άνθρωπος.
Ξεκίνησε από την Μπονεγκίλα, πήγε για μάζεμα σταφυλιών στη Νότια Αυστραλία, μετά για μάζεμα ντομάτας, στα μεταλλουργείο στο Port Pirie και στις σιδηροδρομικές γραμμές. Δύσκολες οι συνθήκες εργασίας και τα πρώτα χρόνια στην Αυστραλία ήταν γεμάτα ανασφάλεια και επαγγελματική αστάθεια. Δεν ήξερε αγγλικά αλλά παρόλα αυτά αναζητούσε πάντα κάτι το καλύτερο. Καθοριστική υπήρξε η γνωριμία του με τον Ανδρέα Αντωνίου που είχε παντοπωλείο επί της οδού Τζόρτζ στο κέντρο της πόλης του Σίδνεϊ. ‘Ετσι έμαθε τη δουλειά και άνοιξε τα δικά του φτερά στο Μάρικβιλ.
Το όνομα του Δημήτρη Ντανά είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το Μάρικβιλ. Ο επαναπατρισμός στην πατρίδα δεν έμελλε να γίνει, αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να δημιουργήσει την δική του ελληνική γωνιά σε ένα προάστειο που αγάπησε σαν το χωριό του. Ο Δημήτρης Ντανάς έφυγε από τη ζωή στις 10 Φεβρουαρίου 2022, σε ηλικία 87 ετών. Το τιμόνι όμως του μαγαζιού βρίσκεται στα σταθερά χέρια της συζύγου του και των παιδιών του.
*****
Ακολουθεί το βιογραφικό σημείωμα του Δημήτρη Ντάνα όπως δημοσιεύθηκε στο βιβλίο της Βασιλικής Πανούση “Επιτυχημένοι Έλληνες Αυστραλίας & Ν. Ζηλανδίας”, εκδόσεις “Spring” 1992.
Ο Δημήτριος Ντάνας γεννήθηκε στο Παπαρούσι της Ευρυτανίας. Σε ηλικία 19 χρονών μαζί με άλλους συμπατριώτες του με την ΔΕΜΕ θα αναζητήσει την τύχη του στην Αυστραλία. Ταξίδευσε με το καράβι APOZAΚΟΥΛ και το ταξίδι που γι’ αυτόν ήταν ευχάριστο κράτησε 32 ημέρες. Τον φόβιζε όμως το άγνωστο γιατί σκεπτότανε ότι εκεί που πήγαινε δεν πρέπει να υπήρχε τίποτε, καθ’ ότι τους είχαν πει να πάρουν μαζί τους και σαπούνι. Ομως θα καταλήξει στο στρατόπεδο μεταναστών της Μπονεγκίλα, και μετά ολιγοήμερη διαμονή εκεί θα πάει στην πρώτη του εργασία στο RENMARK S.A. μαζί με κάποιον εξάδελφό του σε εργοδότη ‘Ελληνα, ονομαζόμενο Παναγιώτη για συγκομιδή σταφυλιών, με πρώτο μισθό 12 λίρες. Εκεί ο έλληνας εργοδότης που έμενε με την μητέρα του τους παραχώρησε σπίτι για να μένουν και να εργάζονται σ’ αυτόν. ‘Ομως ο Δημήτρης Ντάνας θυμάται την μητέρα του εργοδότη του που διατηρούσε φάρμα και λίγα ζώα, από τα οποία και αγελάδα. Ρωτώντας έμαθε ότι η αξία μιας αγελάδας ήταν 12 λίρες, όσο και ένα βδομαδιάτικο του που εάν την αγελάδα αυτή την είχε στο χωριό του στην Ελλάδα θα χαρακτηριζόταν και αυτός ευκατάστατος. ‘Ετσι έβγαλε τα πρώτα του συμπεράσματα ότι η χώρα αυτή εδώ έχει μεγάλες προοπτικές και μέλλον.
Τελείωσε η εργασία όμως των σταφυλιών και στη συνέχεια θα εργασθεί σε ντομάτες, σε μεταλλοβιομηχανία στο ΠΟΡΤ ΠΙΡΙ (εκεί τώρα λέγεται ότι από αναθυμιάσεις αερίων που υπάρχουν είναι επικίνδυνα για την υγεία) κατόπιν σε γραμμή τραίνου, για να φθάσει στο Σύδνεϋ. Ψάχνοντας για κάτι που θα του αρέσει πηγαίνει σε πολλές δουλειές, όπως εργοστάσιο χαρτιού, μηχανουργείο κοπής σιδήρου, και άλλες για να καταλήξει στην απόφαση να κάνει δικιά του πλέον δουλειά. Από το 1971 αγοράζει μια κάβα Ποτών και θα την κρατήσει 12 χρόνια μέχρι το 1983. Εχει όμωςήδη αγοράσει και το μαγαζί που έχει μέχρι σήμερα ένα SUPER MARKET.
Βλέποντας ότι οι σύλλογοι και τα σωματεία είναι πλαισιωμένα από αρκετά και ικανά άτομα δεν θα λάβει ενεργά μέρος σ’ αυτά, όμως βοηθά όταν και όπου του ζητηθεί. Για τους Ελληνες μετανάστες πιστεύει ότι, όποιος ήρθε με σκοπό να προοδεύσει το κατάφερε εκτός από αυτούς που ποτέ δεν είχανε τέτοιο σκοπό, οπουδήποτε και εάν βρισκόντουσαν ποτέ δεν θα προόδευαν. Στην Ελλάδα ο Δημήτρης Ντάνας πήγε το 1971-74-91 και βρήκε μεγάλη πρόοδο, καθώς και αναστροφή των δεδομένων. Παρατήρησε ότι κάποτε πουλώντας ένα ακίνητο στην Αυστραλία μπορούσες να αγοράσεις 2-3 στην Ελλάδα. Σήμερα συμβαίνει το αντίθετο και στην Ελλάδα υπάρχουν ευκαιρίες για αυτόν που θα ήθελε να τις εκμεταλλευτεί.
Την προσωπική επιτυχία του ο Δημήτρης Ντάνας την αποδίδει στην εργατικότητά του την επιμονή και την υπομονή που δείχνει στη δουλειά του γιατί δεν παραγνωρίζει τον σκληρό ανταγωνισμό. Δεν έχει πολλές ελεύθερες ώρες για χόμπυ και τις περιορίζει μόνον στις κοινωνικές σχέσεις και την οικογένεια. Βλέπει ότι ο Ελληνισμός εδώ έχει άλληλουποστήριξη αλλά και τις προστριβές μεταξύ τους, όπως όλες οι άλλες φυλές, αλλά και μεγάλη πρόοδο. Για κάποιον που θα ήθελε να γίνει μετανάστης τώρα βλέπει ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα θα έπρεπε να διαθέτει χρήματα, και μεγάλο κουράγιο, και να αφοσιωνόταν μόνον στην δουλειά του να φερόταν σωστά, να ήταν τίμιος, και να απέφευγε τα τυχερά παιχνίδια. Ο Δημήτριος Ντάνας είναι παντρεμένος με την Αγαθή και έχουν 4 παιδιά: τον Αριστείδη, την Κωνσταντίνα, τον Γιώργο και την Ολγα.
*****
Από το αφιέρωμα στην εφημερίδα Παπαρουσιώτικοι αντίλαλοι [Ο Ευρυτάνας που τιμά όσον ολίγοι, τη γενέτειρά του, εκπροσωπώντας την Ευρυτανική Λεβεντιά, όχι μόνον στην Ελληνική Ομογένεια της ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ που ανήκει, αλλά και στα παγκόσμια συνέδριά της, των ΗΠΑ
Γράφει ο εξάδελφός του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΝΤΑΝΑΣ] | Αρ. φύλλου 35 • Οκτώβριος – Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2014
Με αισθήματα ιδιαίτερης χαράς και υπερηφάνειας αποδέχθηκα την πρόταση του Προέδρου του Συλλόγου ΠΑΠΑΡΟΥΣΙΩΤΩΝ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ Παν. Βλασόπουλου και της συζύγου του Ελένης (θυγατρός Σταύρου και Φωτεινής Ντανά) να συμπράξω ενεργώς στην προβολή της προσωπικότητας του εξαδέλφου μου από των στηλών αυτής της εφημερίδος.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ (1875 – 1955)
Ο Γενάρχης της οικογένειας και κοινός προπάππος ΣΩΤΗΡΙΟΣ γεννήθηκε στο ΒΑΒΟΥΡΙ Θεσπρωτίας απ’ όπου φεύγοντας τη μήνη των Τουρκικών Αρχών, επειδή είχε την παλληκαριά ν’ απαλλάξη την περιοχή από τον τότε μισητό φοροεισπράκτορα, ύστερα από περιπετειώδη περιπλάνηση, περί το έτος 1875, βρήκε ασφαλές καταφύγιο στη φιλόξενη αγκαλιά των Παπαρουσιωτών, συνοδευόμενος από τη προγιαγιά μας και τα τέσσερα παιδιά τους, ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ, ΣΤΑΥΡΟ και ΑΓΓΕΛΙΚΗ, σε παιδική και νηπιακή ηλικία.
Εκεί, αφού ανδρώθηκαν οι συνονόματοί μας παππούδες, ευδοκίμησαν ασκούντες αχώριστοι το προγονικό επάγγελμα του καλαϊτζή (επικασσιτερωτή), τόσο εντός όσο και περιοδεύοντες στα υπόλοιπα χωριά της περιοχής, με τα προγονικά προσωνύμια ΚΑΛΑΤΖΟΜΗΤΡΟΣ και ΚΑΛΑΤΖΟΚΩΣΤΑΣ. Στο μεταξύ δημιούργησαν τις οικογένειές τους με τις γιαγιάδες μας ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ και ΕΛΕΝΗ αποκτώντας τα τέκνα τα μεν ο πρώτος ΓΕΩΡΓΙΟΝ, ΧΡΥΣΟΥΛΑ, ΣΩΤΗΡΙΟΝ και ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΝ το 1900 (πατέρα του Δημητρίου) και ο δεύτερος ΓΕΩΡΓΙΟΝ, ΝΙΚΟΛΑΟΝ το 1895 (πατέρα του γράφοντος), ΙΩΑΝΝΗΝ και ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ. Παράλληλα και προς ενίσχυσιν του εισοδήματος των δύο εξαμελών οικογενειών ησχολούντο και με την εμπορίαν αιγοπροβάτων (σφαγή, εκδοράν, ψήσιμο και πώληση δερμάτων, ωμού και ψημένου κρέατος). Το καλοκαίρι του 1942 είχα τη χαρά να φιλοξενηθώ για λίγες ημέρες στο σπίτι του θείου μου ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ και να γευθώ τις σούπες και τα άλλα εποχιακά φαγητά της θείας μου Κωνσταντίνας, καθισμένος μαζί τους στον πατροπαράδοτο σοφρά, όπου, διανύοντας το 15 έτος της ηλικίας μου είχα την πρώτη ευκαιρία να διαγνώσω τη ζωτικότητα και τα ψυχικά χαρίσματα του 7ετούς τότε Δημήτρη και στη συνέχεια τον Σεπτέμβριο του 1954 πάλι στο Παπαρούσι, τη δεύτερη ευκαιρία μιας ολιγοήμερης και συγκινητικής συνάντησης με τον ΔΗΜΗΤΡΗ άγοντα το 19ο πλέον έτος της ηλικίας του και τη μικρότερη αδελφή του ΜΑΡΙΑ, μετέπειτα σύζυγο του συγχωριανού μας ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΗ, εξ ίσου χαρισματικό άτομο, όπως ακριβώς και ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ, όπου και βρέθηκα για να παραστώ στους γάμους του εξαδέλφου μας Κωνσταντίνου Γ. Ντανά με την Ειρήνη Κ. Χαραλαμπή.
Στο μεσοδιάστημα, το έτος 1948 του επιφύλαξε την τραγική δοκιμασία να στερηθεί σε ηλικία μόλις 13ών ετών τον πατέρα του, ένα επιπλέον μεταξύ των πολυαρίθμων αθώων θυμάτων της μισαλλοδοξίας, που κυριάρχησε στον εμφύλιο ανταρτοπόλεμο της 3ετίας 1946 – 49, που τον σημάδεψε έκτοτε βαθύτατα. Η τρίτη ευκαιρία μου δόθηκε τον Ιανουάριο του 1955, στις παραμονές του γάμου μου με τη Μαρία, να τον ξεπροβοδίσω στο μακρινό ταξίδι για τη φιλόξενη ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ, τη χώρα που του επεφύλασσε τις απεριόριστες δυνατότητες να αναπτύξει όλες τις έμφυτες σωματικές και πνευματικές ικανότητες που διαθέτει. Ήτοι περίσσια εργατικότητα, υψηλό πνευματικό επίπεδο στον επιχειρηματικό τομέα, φιλαλληλία και πλούσια ανθρωπιστικά αισθήματα, με το αξιοζήλευτο σημερινό αποτέλεσμα, να κατέχει εξέχουσα θέση στην Ελληνική Ομογένεια, τόσο στην Αυστραλία όσο και στις ΗΠΑ. Πέραν των ανωτέρω θεωρώ απαραίτητη και την επισήμανση, ότι σ’ αυτό το ξεπροβόδισμα ήταν έντονα έκδηλη η ισχυρή θέλησή του ΝΑ ΠΕΤΥΧΗ η όλη προσπάθεια, τόσο για το όφελος της οικογενείας του, όσο και για την ανάδειξη της ΕΥΡΥΤΑΝΙΚΗΣ λεβεντιάς, και παράλληλα το ότι, ο ΥΨΙΣΤΟΣ συμπαραστεκόμενος στο έργο του ανταπέδωσε εις το ακέραιον την οφειλομένην ανταμοιβή για την ψυχική φθορά που υπέστη αντιμετωπίζοντας από τα 13 του χρόνια τις συνέπειες της ορφάνιας.
Η πρώτη (7)ΕΤΙΑ (1955 – 1962) ΣΤΟ ΣΙΔΝΕΫ
Τα πρώτα του βήματα στην πόλη που τον ανέδειξε χαρακτηρίζονται από την έντονη προσπάθεια προσαρμογής στις τοπικές συνθήκες, εκμαθήσεως της Αγγλικής και επιλογής εργοδοτών, ώστε η πληθωρική εργατικότητα και αποδοτικότητα να του αποφέρουν το μέγιστο μηνιαίο εισόδημα, μια προσπάθεια που δεν άργησε να καρποφορήσει, αφού στο μεταξύ είχε την ευχέρεια να μετακαλέσει εκεί τη μητέρα του και τις αδελφές του Ευφροσύνη και Μαρία, που συνετέλεσαν άμεσα στην επαγγελματική του εξέλιξη. Ήδη πριν καλά συμπληρωθεί η (7)ετία, πέτυχε τόσο με τη σύμπραξη των μελών της οικογενείας του, όσο και τη βοήθεια της ΕΥΡΥΤΑΝΙΚΗΣ κοινότητος, εξαγοράζοντας την επαγγελματική εγκατάσταση του τελευταίου εργοδότου, να γίνει ο ίδιος ένας επιτυχημένος εργοδότης.
Η ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ ΤΟΥ ΤΗΝ (52)ΕΤΙΑ (1963 – 2014)
Τον σημαντικότερο σταθμό στη μετέπειτα εξέλιξή του απετέλεσε ο γάμος του το 1974 με την Αγαθή Σπαή και η οποία βαθμολογήθηκε με ΑΡΙΣΤΑ, όχι μόνο στο ρόλο της άψογης ανατροφής των (4) παιδιών τους, αλλά και στον επιχειρηματικό τομέα, σαν άξια συνεταίρος στις εν γένει δραστηριότητες του ΔΗΜΗΤΡΗ. Στο σημείο αυτό θεωρώ ότι επιβάλλεται να αναφέρουμε την πλούσια κοινωνική και φιλανθρωπική δράση του (χορηγίες εν γένει, συμμετοχή σε πανευρυτανικά συνέδρια, υποδοχή Προέδρου Δημοκρατίας, Δημάρχου Αθηναίων κλπ.). Κυρίως λόγω πλήρους αντικειμενικότητας ο αναγνώστης να πληροφορηθεί τόσο από των στηλών των εφημερίδων α) ΤΟ ΒΕΛΟΥΧΙ της ομογένειας των ΗΠΑ (ΙΟΥΝΙΟΣ – ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2002) και ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΚΗΡΥΚΑ του Σίδνεϋ (31-7-2004), όσο και στο υπάρχον φωτογραφικό υλικό, όπως αυτά έχουν επιλεγεί από το δημοσιογραφικό ταλέντο της κας ΕΛΕΝΗΣ ΝΤΑΝΑ – ΒΛΑΣΟΠΟΥΛΟΥ.
links: