Ο Κώστας Τσιούρης του Βασιλείου και της Αγγελικής γεννήθηκε το 1940 στο χωριό Βασιλική του Νομού Ιωαννίνων. Εκεί τελείωσε το Γυμνάσιο. Οι οικονομικές συνθήκες της εποχής δεν του επέτρεψαν να πάρει απολυτήριο Λυκείου.
Εργάσθηκε ως ιδιωτικός υπάλληλος στον Αστακό, μια παράλια κωμόπολη του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Από το 1961 έως το 1963 υπηρέτησε τη στρατιωτική θητεία του στο Κιλκίς και τη Φλώρινα, στο Πεζικό με ειδικότητα Γραφέας Διαχειρίσεως και μηχανικός στο στρατιωτικό ραδιοφωνικό σταθμό Φλώρινας.
Μετά το στρατό πήγε στα Γιάννενα και έκανε διάφορες δουλειές. Τα πράγματα όμως δεν ήταν εύκολα και έτσι αποφάσισε να φύγει για Γερμανία όπου εργάστηκε σκληρά για δεκαεπτά περίπου μήνες σε εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας. Η άφιξή του στο Μόναχο είναι από τα γεγονότα που σημάδεψαν την ζωή του… “Φτάσαμε στο Μόναχο στις έξι η ώρα το πρωΐ. Στο σταθμό υπήρχαν διερμηνείς που ενημέρωναν τους μετανάστες για το …επόμενο βήμα τους στη χώρα. Η ώρα είχε πάει δώδεκα το μεσημέρι. Είχα απομείνει μόνος μου. Ήρθε ένας διερμηνέας, μου έδωσε κάτι χαρτιά και μου είπε να ανέβω στο επόμενο τρένο και να κατέβω σε τέσσερις ώρες. Τότε δεν ήξερα λέξη Γερμανικά.. Πράγματι, έκανα όπως μου είπε. Όταν κατέβηκα με παρέλαβε άλλος διερμηνέας και με πήγε σε ένα σπίτι-παράγκα. Μου έδωσε τριάντα μάρκα προκαταβολή και την επομένη έπιασα δουλειά στο εργοστάσιο. Θυμάμαι, εκεί γνώρισα και έναν Γερμανό που είχε πολεμήσει στην Κρήτη, στην αεροπορία. Με κάλεσε σπίτι του αρκετές φορές. Όταν αποφάσια να φύγω, λυπήθηκε πολύ. Μου έκανε δώρο μια Χάρλεϊ Ντέιβιντσον την οποία άφησα στην Ελλάδα…”.
Ένα νέο φως στον ορίζοντα για μια καλύτερη ζωή τού έταξε ένας μακρινός συγγενής που είχε ήδη μεταναστεύσει στην Αυστραλία. Αποφάσισε λοιπόν να φύγει από την Γερμανία και να αναζητήσει την τύχη του στο άλλο άκρο της γης. Φτάνοντας στην Αυστραλία, εργάστηκε στα ελαστικά Dunlop στο Drummoyne για κανά δύο μήνες. Στη συνέχεια δούλεψε στην εταιρεία Unilever για πέντε χρόνια. Παράλληλα άνοιξε ένα μαγαζί στο Rozelle, το “Ήπειρος Music House” και πωλούσε νυφικά, βαπτιστικά και ηλεκτρικά είδη. Λόγω συνεταιρισμού, το μαγαζί αυτό δεν κράτησε πολύ, περίπου ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια άνοιξε μανάβικο, επίσης στο Rozelle, το οποίο δούλεψε για μια δεκαετία. Στο Rozelle εκείνα τα χρόνια υπήρχαν πολλοί Ηπειρώτες. Το Dawn Frazer Pool ήταν σημείο συνάντησης!
Το 1979, μετά από 14 χρόνια ξενιτειάς έκανε ένα ταξίδι αναψυχής στην Ελλάδα με την οικογένειά του. Όταν επέστρεψε δούλεψε στο Scoop Super Market στο προάστειο Enfield μέχρι το 1990. Στην συνέχεια εργάσθηκε ως ταξιτζής μέχρι τη συνταξιοδότησή του.
Από το δεύτερο μήνα που βρέθηκε στην Αυστραλία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στις δραστηριότητες της Ηπειρωτικής Αδελφότητας και υπηρέτησε στα διοικητικά συμβούλια στη θέση του γραμματέα για τριανταπέντε χρόνια. Ήταν μέλος της συντακτικής επιτροπής για την έκδοση της εφημερίδας “Τα Νέα του Ηπειρώτη”. Έστρεψε τη δραστηριότητά του στο ραδιόφωνο και εξιστορούσε την ιστορία Ηπειρωτών αλλά και της Ηπείρου γενικότερα μέσα από την εκπομπή “Η Φωνή της Ηπείρου” στο ραδιοφωνικό σταθμό “Ράδιο Σύμπαν”.
Μιλάει με περηφάνεια για την Ήπειρο και αναπολεί με νοσταλγία τον εορτασμό των Ηπειρωτικών Εκδηλώσεων όλα αυτά τα χρόνια. Τη σκυτάλη πλέον την έχουν δώσει στους νέους. Ο ίδιος προσπαθεί να συνεισφέρει όσο μπορεί.
Έχει ταξιδέψει στην Αμερική και Ευρώπη και τακτικά επισκέπτεται την Ελλάδα. Η Ήπειρος παραμένει η μεγάλη του αγάπη. Παράδοση, ομορφιά και γεύσεις! Κάθε φορά που επισκέπτεται τη γενέτειρά του, το παρελθόν ζωντανεύει. Το χέλι στη γάστρα, αυτή η απίθανη συνταγή της λίμνης, του θυμίζει έντονα τη μητέρα του.
Ο κ. Τσιούρης είναι παντρεμένος με την Ελευθερία, το γένος Βλάχου με καταγωγή από την Κράψη, ένα ιστορικό χωριό του Νομού Ιωαννίνων από το 1966 και έχουν δύο παιδιά. Την Αγγελική και τον Τρύφων, τέσσερα εγγόνια και δύο δισέγγονα.