Η οικογενειακή βία, είναι μία συνεχώς αιμοραγούσα πληγή για την Αυστραλιανή κοινωνία. Κανένα είδος βίας δεν είναι καλό, όμως η οικογενειακή βία είναι μία από τις χειρότερες μορφές της, διότι προέρχεται από άτομα που αγαπάμε ή αγαπήσαμε στο παρελθόν. Προέρχεται από άτομα της ίδιας της οικογένειάς μας και συχνά εκδηλώνεται με πολύ σκληρό τρόπο. Θύματά της, είναι κυρίως οι γυναίκες και τα παιδιά. Πολύ πρόσφατο παράδειγμα, η τραγική μητέρα και τα τρία παιδιά της που κάηκαν ζωντανά μέσα στο αυτοκίνητο από τον εν διαστάσει σύζυγο και πατέρα των παιδιών, ο οποίος κατόπιν έδωσε τέλος και στη δική του ζωή.
Ο θάνατος σαν επακόλουθο οικογενειακής βίας, είναι το ορατό αποτέλεσμά της, αλλά τα διάφορα είδη οικογενειακής βίας, όπως ο ψυχολογικός πόλεμος, η στέρηση αγαθών, ο εκβιασμός, αφήνουν τα δικά τους σημάδια στην ψυχή του θύματος, τα οποία είναι αόρατα στους υπόλοιπους. Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να πάρουν μέτρα για την αντιμετώπιση της οικογενειακής βίας και για την προστασία των θυμάτων. Σε πολλές περιπτώσεις καταφέρνουν να προστατέψουν το θύμα, είτε μέσω δικαστικών αποφάσεων είτε μέσω των προσωρινών καταφυγίων όπου μπορούν τα θύματα οικογενειακής βίας να ζητήσουν προσωρινή διαμονή και προστασία.
Όμως η πραγματικότητα μας δείχνει πως τα κρούσματα οικογενειακής βίας, παρουσιάζονται με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα. Σαν κοινωνία, όλοι καταδικάζουμε την οικογενειακή βία και δεν δίνουμε ελαφρυντικά στους δράστες. Δυστυχώς, το να καταδικάζει η κοινωνία την βίαιη συμπεριφορά κάποιου, δεν έχει κανένα αποτέλεσμα όταν ο ίδιος είναι νεκρός από τα ίδια του τα χέρια. Ούτε καν παραδειγματισμό δεν φέρνει, διότι τα μέλη της κοινωνίας που φτάνουν στο έγκλημα, έχουν χάσει τη λογική. Στην πρόσφατη περίπτωση στην Κουησλάνδη, ο αστυνομικός επιφορτισμένος με την έρευνα για τα αίτια που οδήγησαν τον δράστη στη δολοφονία της πρώην συζύγου του και των τριών παιδιών τους και τελικά στην αυτοκτονία του, έκανε μία δήλωση η οποία καταδικάστηκε από όλους εκτός από κάποια κυρία που υπερασπίζεται τα δικαιώματα των ανδρών.
Ο αστυνομικός είπε πως η έρευνα έχει και ένα άλλο σκέλος, να διαπιστώσει αν ο δράστης ήταν ένα άτομο που οδηγήθηκε στα άκρα. Η δήλωση αυτή, ερμηνεύτηκε σαν προσπάθεια να βρεθούν διακιολογητικά για τον δράστη και ο αστυνομικός παύθηκε από την υπηρεσία του και αντικαταστάθηκε με κάποιον άλλο, ενώ οι δηλώσεις πολιτικών, οργανώσεων και πολλών επωνύμων, καταδίκασαν τη δήλωσή του. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία της αποτυχίας της κοινωνίας να περιορίσει την οικογενειακή βία. Είναι αυτονόητο και εύκολο να καταδικάζουμε κάποιον που σκότωσε μέλος ή μέλη της οικογένειάς του.
Δυστυχώς, σαν κοινωνία, εξαντλούμε τον ρόλο μας μέχρι εκεί. Όμως ποτέ δεν κάνουμε το δύσκολο βήμα, το οποίο όμως δεν θα μας δώσει δημοσιότητα, διότι δεν πρόκειται για μία δήλωση των 30 δευτερολέπτων στην τηλεόραση, ούτε θα φανούμε σαν υπερασπιστές των θυμάτων. Το δύσκολο βήμα, αφορά μία μακροχρόνια και επίπονη εργασία, στην οποία θα πρέπει να λάβουν μέρος πολλοί ειδικοί από διάφορους κλάδους, οι οποίοι θα είναι επιφορτισμένοι να κάνουν αυτό που συνέστησε ο αστυνομικός. Δηλαδή να βρουν τις αιτίες που οδήγησαν έναν άνθρωπο, να σκοτώσει με φρικτό τρόπο την γυναίκα που αγάπησε στο παρελθόν και τα τρία παιδιά τους και μετά να βάλει τέλος στη ζωή του. Στεκόμενοι σε απόσταση, πιθανότατα σκεπτόμαστε, «εγώ δεν θα το έκανα ποτέ αυτό». Πιθανότατα και ο δράστης πριν μερικά χρόνια θα σκεπτόταν το ίδιο. Τελικά όμως έκανε το έγκλημα χωρίς να έχει να κερδίσει κάτι εκτός ίσως από ένα αρρωστημένο είδος ικανοποίησης λίγα λεπτά πριν βάλει τέλος στη ζωή του.
Αν κάτι τέτοιο φαίνεται παράλογο για έναν φυσιολογικό άνθρωπο, έχει απόλυτο δίκιο να το βρίσκει παράλογο. Όμως ο δράστης για πολλά χρόνια, ζούσε μιά ζωή σαν ένα φυσιολογικό άτομο όπως πολλοί άλλοι. Σε κάποια φάση της ζωής του, άρχισε να ξεφεύγει από τη λογική. Ο ψυχισμός του άλλαξε και όπως φαίνεται από βίντεο που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, έδειχνε σαδιστική ικανοποίηση όταν αφάρμοζε λαβές πολεμικών τεχνών πάνω στα παιδιά του τα οποία το εκλάμβαναν σαν παιχνίδι. Το πότε άλλαξε αυτός ο άνθρωπος και ποιές ήταν οι αιτίες που τον έκαναν να αλλάξει, δεν θα το μάθουμε ποτέ. Δεν θα το μάθουμε, διότι δεν θα γίνει καμμία έρευνα προς αυτήν την κατεύθυνση. Διότι σαν κοινωνία, πήραμε πάλι τον εύκολο δρόμο της καταδίκης με κραυγές του στυγερού εγκλήματος και του αστυνομικού που χρησιμοποίησηε τη φαιά ουσία του για να μας δείξει πως αν θέλουμε να καταπολεμήσουμε την οικογενειακή βία, θα πρέπει να κατανοήσουμε τις αιτίες της. Όχι για να δώσουμε ελαφρυντικά στο δράστη, αλλά για να προσπαθήσουμε να προλάβουμε τον επόμενο που ήδη βαδίζει πάνω στο ίδιο μονοπάτι. Μία τέτοια έρευνα θα μας διαφωτίσει σχετικά με τις διεργασίες που γίνονται στον ψυχισμό ανθρώπων που καταλήγουν στο έγκλημα. Το πρόβλημα όμως της οικογενειακής βίας με τις πολλές μορφές με τις οποίες εκδηλώνεται, θα παραμένει όσο δεν υπάρχει σεβασμός για μία γνώμη αντίθετη από τη δική μας προσωπική γνώμη σε κάποιο θέμα. Όσο πιστεύουμε πως εμείς είμαστε γνώστες των πάντων και οι υπόλοιποι θα πρέπει να ακολουθούν τις υποδείξεις μας.
Όσο η κοινωνία αναπαράγει ανθρώπους με ανασφάλειες, θα υπάρχουν και αυτοί που θέλουν να ελέγχουν τη ζωή κάποιου άλλου από φόβο μην τον χάσουν. Εάν δεν μπορούμε να επιβληθούμε σε κάποιον άλλο κύκλο, προσπαθούμε να επιβληθούμε στην οικογένειά μας. Σαν κοινωνία, θεωρούμε ντροπή να ξέρουν οι άλλοι πως «ο σύζυγός μου με χτυπάει» ή «με παρακολουθεί, ελέγχει το τηλέφωνό μου, δεν με αφήνει να βγω ποτέ έξω με τις φίλες μου». Τέτοιες συμπεριφορές, είναι πολύ συχνές και τα θύματα ντρέπονται να το πουν ακόμα και σε μέλη του στενού οικογενειακού κύκλου. Αν δεν είναι η ντροπή που κάνει τα θύματα οιογενειακής βίας να παραμένουν σιωπηλά, τότε είναι ο φόβος.
Ο φόβος είναι ακόμη πιό δυνατό συναίσθημα από τη ντροπή και παραλύει τη θέληση του θύματος να αποκαλύψει το δράστη. Έτσι η οικογενειακή βία καταλήγει σε μία χρόνια κατάσταση και σε πολλές περιπτώσεις κλιμακώνεται και τελικά όταν το θύμα αντιδράσει, καταλήγει στο έγκλημα. Περιοριζόμενοι σαν κοινωνία στο να καταδικάζουμε το έγκλημα χωρίς να αναζητούμε τις γενεσιουργες αιτίες του, είμαστε καταδικασμένοι να θρηνήσουμε ακόμη περισσότερα αθώα θύματα στο μέλλον.
first published Kosmos newspaper 280220
Photo source: pixabay.com