Γιώργο, γεια σου.
Βλέπω το έριξες στην κοσμική ζωή, Εγγλέζες τσάγια, κοινωνικότητες, κοσμικότητες, αν μείνεις λίγο ακόμα θα γίνεις Χατζηβασιλάτος !!! Ευτυχώς που φεύγεις δηλαδή και όταν θα διαβάζεται τουτο το κείμενο, εσύ θα μαζεύεις τις βαλίτσες σου. Κι άσε το Μεσσάρη στην καλοτυχιά του να είναι στον τόπο του από τους λίγους τους χωρίς άτος στην Κεφαλλονιά. Είναι κι Φραγγιάς βέβαια κι ο Σιμωτάς, τον θυμάσαι τον Παναγιώτη τον Σιμωτά; Δούλευε στο Προξενείο κι έγινε μόνιμος κι έφυγε στην Ελλάδα. Μόνο να μου πεις πότε η Κεφαλληνία γράφεται με δύο λάμδα και τότε με ένα, πότε με ω και πότε με ο. Ανάποδα όλα, μωρέ παιδάκι μου σ΄αυτό το νησί. Το κουνάνε κι οι σεισμοί κάθε τόσο και λένε και το όμορφο για τους Κεφαλωνήτες. “Να φυλάς από Ζακυθινόνε την κοπέλα σου κι από Κεφαλωνήτη την…κασέλα σου”.
Φαίνεται οι Ζακυθινοί έχουν το όνομα για ερωτιάριδες και οι Κεφαλωνήτες για οικονομολόγοι. Πάντως όλοι οι Επτανήσιοι είναι καλοπροαίρετοι άνθρωποι με ωραία έθιμα και παραδόσεις. Κι ας έχουν το ανέκδοτο πως ο Γεράσιμος πήγε να ξεγελάσει τον Διονύση (τα πιο συνηθισμένα ονόματα αφού έχουν τα σκηνώματα των Αγίων) το ξέρεις το ανέκδοτο; Πήγε λοιπόν ο Γεράσιμος με κάλπικο τάληρο να αγοράσει από τον Νιόνιο καναρίνι, Κι όταν έφευγε από το καϊκι φωνάζει του Νιόνιου, “Ε, ορέ Νιόνιο, όταν χαλάσεις το τάλαρο να μου στείλεις τα ρέστα” Κι ο Νιόνιος, που το καναρίνι ήτανε σπουργίτη βαμμένο, του απαντάει. “Κι όταν κελαϊδίσει το καναρίνι να μου στείλεις τσι νότες”.
Τώρα για την περιγραφή της κοινωνίας που γράφεις φαίνονται οι Βρετανοί σαν μειονότητα, σαν μόνιμοι κάτοικοι, είναι τόσοι πολλοί; Ξέρω είναι Ευρωπαίοι που ζούν μόνιμα ή τον περισσότερα καιρό τους στην Ελλάδα, ένα ζευγάροι Γερμανοί, δίπλα σ΄έναν ξαδερφό μου έχουν μαζέψει από όλα τα ζώα μέχρι γαϊδούρι,που δνε το χρησιμοοιούν ποτέ, έτσι για οικιακό ζώο! Και του δίνουν τα κουνέλια και του ζητάνε να σφάξει τα κοτόπουλα.
Και θυμάμαι τα χρόνια τα παλιά, φίλε μου, ήμουνα παιδί και το να πάμε στον Άγιο ήτανε μεγάλο και εντυπωσιακό ταξίδι. Κι η Ζάκυνθος κι η Κεφαλωνιά όμορφες πόλεις, πέρα από τις ομορφιές του νησιού. Με τα γιασεμιά τους, τα τσαντσαμίνια τους, τους δρόμους με τι καμάρες, τη μουσική και την αρχοντιά τους, εκείνη την παραδοσιακή αρχοντιά, το σεβασμό στο χτες. Η φίλη μας η κ. Αυγουστίνου μιλάει με καμάρι το ότι έζησε τις αδελφές του Ξενόπουλου, ήταν γειτόνισσες.
Και ήρθε ο πόλεμος και ήρθε ο σεισμός του 53 και ήρθε κι ο ξενημεμός. Και τα ζήσαμε όλα αυτά. Συγκλονιστικες αλλαγές! Κι ανάμεσα σ΄όλα αυτά και η κατοχή! Που δεν ήταν πολύχρονη αλλά ήταν τόση η εξαθλίωση που όσοι την έζησαν τη θυμούνται σαν να ήταν αιώνας. Οι εμπειρίες που ζήσαμε, οι εμπειρίες της ζωής μας. Αυτές μας έδωσαν τη δύναμη να αντέξουμε και να ξεπεράσουμε και το σκλαβοπαζαρο, την ξενητειά. Δεν το βλέπουμε έτσι, δεν το θέλουμε έτσι, βλέπουμε και ΠΡΕΠΕΙ να βλέπουμε το τι δημιουργήσαμε, πώς τα καταφέραμε, τι κερδίσαμε από τη ζωή. Να είμαστε καλά, ζήσαμε σε δύσκολες εποχές, ζούμε σε κοσμογονική εποχή όμως έχουμε καλά γεράματα, ας ευχαριστήσουμε με τον ποιητή… σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.
Α Λ Υ Τ Ρ Ω Τ Ο Ι
Αφήσαμε τον ήλιο/στον ανεμόμυλο του νησιώτικου ονείρου.
Για μια ιδέα σιγουριάς/για μια σταλιά από ζήση.
Η στέρηση των παιδικών μας χρόνων/έγινε η συνισταμένη του είναι μας.
Ζούμε για να δουλεύουμε/και ξεγελάμε/εαυτούς και αλλήλους
μ΄ένα καινούριο ρούχο χαρά,/μ΄ένα αυτοκίνητο πολυτέλεια.
Ζούμε μ΄ένα αηδόνι/που τραγουδάει τη νοσταλγία,
μ΄ένα φιλί της μάνας φυλαχτό,/μ΄ένα παιδί που τριγυρνάει ξυπόλυτο,
με μια μνήμη που λυγίζει τα βράδια/και γίνεται βροχή.
Ζούμε πιο μετρημένα μες στην ανεσή μας/που δεν φτάνει ως την καρδιά.
Δεν λυτρωθήκαμε ακόμα!/Αυτό είναι το επιτύμβιο/που θα κλείσει την ιστορία μας.
Γρηγόρης
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Αμάν Γρηγόρη, ένα τσαγάκι ήπια με μερικούς Βρετανοκεφαλονίτες και το έκανες “κοσμική ζωή” και “κοινωνικότητα”! Δηλαδή, τί θα έγραφες αν ήμουν προσκεκλημένος στο δείπνο προς τιμήν τού Ομπάμα; Πάντως, εδώ που τα λέμε, φίλε μου, καλά που δεν με κάλεσαν γιατί θα έμενα νηστικός! Να φάω εγώ αυτά πού τάϊσαν τον πλανητάρχη; Γαρίδες με ριζότο και σφυρίδα με βραστά λαχανικά. Αμ’ δεν σφάξανε!
Χάθηκαν οι γαρίδες σαγανάκι και αρνί γάλακτος στο φούρνο με τις πατατούλες του, το σκορδάκι του, το λεμονάκι του, τη ρίγανη και το πιπέρι, να φχαριστηθεί ο Ομπάμα ελληνικό φαγητό και να γλύφει τα δάχτυλά του;
Σιγά την “υψηλή κουζίνα” πια, άνοστη, ανάλατη και κακομαγειρεμένη. Υπάρχει καλύτερη κουζίνα από τής Χριστίνας Μαρκαντωνάτου, τής Χρυσάνθης Σαμαρά, τής Φωτεινής Τσιρέκα, ή τής Τζένης Νικολαϊδου για να αναφέρω φίλες μόνο στο Σίδνεϊ που με έχουν κακομάθει και χιλιάδες άλλες συμπατριώτισσές μας με τις “σπεσιαλιτέ” τους; Να μην τρελαθώ!
Αλλά κι’ εσύ δεν πας πίσω στην μαγειρική, αγαπητέ Γρηγόρη, μια χαρά τα καταφέρνεις με τα ολόφρεσκα λαχανικά και ζαρζαβατικά από τον κήπο σου, όμως έγραψα για φαγητό και ξέφυγα από το θέμα μου. Αν και εδώ στην Ελλάδα δεν έχω παράπονο με τα φαγητά των φιλενάδων μου.
Οσον αφορά στους Βρετανούς τής Κεφαλονιάς, περίπου 3000 το χειμώνα και 4000 το καλοκαίρι, είναι αυτονόητο πως πρόκειται για φιλέλληνες γιατί αν δεν μάς συμπαθούσαν θα πήγαιναν στην Τουρκία ή την Αλβανία. Υπάρχει, όμως και το οικονομικό συμφέρον για εκείνους, επειδή πωλούν ακριβά τα σπίτια τους στην Βρετανία, αγοράζουν ένα φθηνότερο σπίτι στην Κεφαλονιά και τούς περισσεύει ένα κεφάλαιο. Εξάλλου, με τις συντάξεις τους ζουν πιο άνετα στην Ελλάδα και το σπουδαιότερο, ο ελληνικός ήλιος ζεσταίνει το κοκκαλάκι τους.
Η Ελλάδα και η Κεφαλονιά ειδικότερα ωφελούνται από το εισόδημα των χιλιάδων Βρετανών που φέρνουν κάθε μήνα και το δαπανούν για το φαγητό τους και άλλα έξοδα. Ως επί το πλείστο είναι μορφωμένοι άνθρωποι, φιλάνθρωποι και φιλόζωοι, που προσφέρουν πολύτιμη εθελοντική εργασία ανάλογα με τις γνώσεις τους στην κεφαλονίτικη κοινωνία.
Δεν ήξερα ή δεν θυμόμουν ότι η κα Αυγουστίνου είναι κεφαλονίτισσα αρχόντισσα, αλλά τώρα που το έμαθα δεν με εκπλήττει, γιατί όπως έγραψα χθες στον “Κόσμο” το κάλλος και ο πλούτος τής Κεφαλονιάς είναι ο λαός της.
Θα τελειώσω, επειδή ξέρω ότι σ’ ενδιαφέρει, με τη θαυμάσια εμπειρία που έζησα στο “Θέατρον” Κέντρο Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος, όπου το Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού παρουσιάζει το “Σμύρνη μου αγαπημένη” για τρίτη συνεχή χρονιά, ένα έργο τής Μιμής Ντενίση, που έγραψε:
“Υπήρξαν πολλές καταστροφές στην Ιστορία τής ανθρωπότητας. Η καταστροφή τής Σμύρνης έχει μια φρικτή μοναδικότητα: έγινε παρουσία όλων των πολιτισμένων κρατών. Είναι μια σύγχρονη Ελληνική Τραγωδία χωρίς κάθαρση. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε εμείς πια είναι να μην αφήσουμε να την πνίξει η λήθη. Γιατί, όπως λέει η Μικρασιάτισσα ηρωίδα μου: Σαν δεν θέλεις να πεθάνεις, να θυμάσαι, μην ξεχνάς”.
Τώρα πήγαινε μια σελίδα πίσω στην 9, για να διαβάσεις τις εντυπώσεις μου από αυτό το σπουδαίο θεατρικό γεγονός.
First published Kosmos Newspaper 23/11/2016 | photo: pixabay.com