Γιώργο, γεια σου.
Είμαστε μια ζωντανή παροικία, δεν χωράει αμφιβολία κι η δράση μας απλώνεται σε όλους τους τομείς. ΄Εχουμε τα παιδιά μας που μεγάλωσαν εδώ και σπούδασαν και προόδευσαν σε διάφορα επαγγέλματα και επιχειρήσεις, καμάρι μας και έπαθλο στους γονείς που τους παραστάθηκαν.
Κι έχουμε και στις Τέχνες και τα Γράμματα πολλούς νέους, που ίσως δεν τους ξέρουμε. Κι εδώ είναι ένα πρόβλημα, η γλώσσα. Πρέπει να το κατανοήσουμε και να το έχουμε πάντα υπόψη μας ότι ζούμε σε ξένη χώρα και δεν είναι η δική μας γλώσσα αυτή της κοινωνίας. Η μητρική γλώσσα δεν είναι η γλώσσα της μητέρας, είναι η γλώσσα του σχολείου. Και δεν μπορούμε παρά να το ανεχτούμε και να το σεβαστούμε. Και πάλι όμως έχουμε τόσες δραστηριότητες στην δική μας, την όμορφη, την πλούσια, την πανάρχαια γλώσσα. Και εφημερίδες και θέατρο και ομιλίες και λογοτεχνία, έχουμε σε όλους τους τομείς ασχοληθεί και δημιουργήσει.
Θυμάμαι πόσες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις έχουμε χαρεί στα ελληνικά!
Αν σκεφτούμε ότι η πρώτη ελληνική εφημερίδα κυκλοφόρησε πριν έναν αιώνα. Να σκεφτούμε τις συνθήκες, τον Ελληνισμό του τότε και τις δυνατότητες.
Κι ο Παϊζης έκανε θέατρο το 1928! Κι αργότερα και στους καιρούς μας πόσες πνευματικές δραστηριότητες! Και τοπικές δημιουργίες και από την Ελλάδα καλλιτεχνική παρουσία. Γούναρης, Βέμπο, Βουγιουκλάκη, Πάριος, Θεοδωράκης, Καλουτά, Χατζηχρήστος, Νταλάρας, Βιολάρης και πολλά άλλα μεγάλα ονόματα, που χάιδεψαν τη νοσταλγία μας. Αλλά κι εδώ, ντόπιες θα το έλεγα, δικές μας παραγωγές. Και ηθοποιοί και τραγουδιστές και ζωγράφοι και συγγραφείς και ποιητές. Μια ολόκληρη κοινωνία σαν μια επαρχιακή πόλη στην Πατρίδα. Και είχαμε και τόσα θεατρικά συγκροτήματα που έχουν δώσει τόσα πολλά. Και ονόματα που αν ήταν στην Ελλάδα θα ήταν σημαντικά θεατρικά αστέρια. Ποιος μπορεί να αρνηθεί το ότι ο Πέτρος ο Πρίντεζης δεν θα ήταν από τους πιο δημοφιλείς κωμικούς κι εκεί;
Ζήσαμε και χαρήκαμε κι εμείς ελληνικό θέατρο στα χρόνια που πέρασαν.
Και ήταν κι οι χοροί των Συλλόγων και πρόλαβα και το Τροκαντίρο που μάζευε όλη τη νεολαία της εποχής. Εκει γινόταν και το Γκρήσιαν Μπώλ, ο καθιερωμένος ετήσιος χορός της Κοινότητας. Πρόλαβα και το μεγάλο χοτέλι, το Ωστρέλια χοτέλ που ήταν το καλύτερο στους καιρούς του. Ήταν στο Πιτ στρήτ, κάπου εκεί που είναι το Χίλτον σήμερα. Πήγα σ΄έναν επίσημο χορό του Χελμού, ήταν η πρώτη μου επίσημη κοινωνική έξοδος.
Θύμησες, μνήμες που φαίνονται παραμύθια. Κι ήτανε πρώτες εντυπώσεις από μια άλλη ζωή, κι ήτανε δίπλα στη δουλειά στο εργοστάσιο, με μιζέρια αλλά και νεανική αισιοδοξία. Μια πορεία στη ζωή γεμάτη εμπειρίες και προσπάθειες. Κι είπε ο γεροβοσκός….. μια ζωή επέρασα – κι είπε ο Θεός και γέρασα – και το χιόνι το πολύ – μου ΄πεσε στην κεφαλή. Κι ε’ιπα κι εγώ….
ΚΟΣΜΟΣ ΑΛΑΡΓΙΝΟΣ
Πήραμε μια χούφτα χώμα από τον τάφο των προγόνων,/την πίκρα των στερημένων παιδικών χρόνων
και την ευχή της μάνας και κινήσαμε.
Δεν πιάναν πολύ χώρο στο δισάκι μας,/εκείνο που το γέμιζε ήταν τα όνειρά μας.
Πολλά, μεγάλα όνειρα… που ξεχείλιζαν/και τρέχανε μπροστά.
Κι ήταν κι η νιότη κι ο ενθουσιασμός!/Πόσο μακρινά φαίνονται όλα τώρα…
Και τ΄άγιο χέρι του παππού και το μικρό πηγάδι στο μετόχι
και της Μαλάμως οι χαρές και του χωριού η καμπάνα…
Το λυγερό πλατάνι της αυλής κουφάλιασε/κι η μάνα έγυρε στου χρόνου το φορτίο.
Ερήμαξε το σπίτι μας το πατρικό/και οι φωνές των παιδικών των φίλων
έρχονται απόμακρες, ξεθωριασμένες./Εικόνες όμορφες του χτες, αγαπημένες μνήμες
που σμίγουν με τα γέλια των μικρών,/των “δυο φορές” παιδιά μου.
Γρηγόρης
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Γειά σου κι’ εσένα Γρηγόρη,
Είμαι κι’ εγώ ένας από τους γκρινιάρηδες που βλέπουμε τα στραβά, ή αυτά που τελοσπάντων θεωρούμε στραβά τής παροικίας και παραπονούμαι πότε για το ένα και πότε για το άλλο, επειδή ό,τι θυμάται ο καθένας χαίρεται και χαίρουμαι πολύ όταν θυμάμαι το χτες. Οταν φτάσαμε στο Αντελάϊντ, η αίθουσα εκδηλώσεων τής μοναδικής τοπικής Κοινότητας ήταν ολοκαίνουρια και κάθε Σάββατο ήταν ο μαγνήτης που συγκέντρωνε τον Ελληνισμό, νεαρό και σφριγηλό τότε σε “χοροεσπερίδες” νέων και σφριγηλών σωματείων που ίδρυσαν οι νεοφερμένοι New Australians, όπως μάς αποκαλούσαν τότε. Οπως πολύ σωστά λές, μιζέρια, αλλά και νεανική αισιοδοξία. Μεγάλο ζόρι με δέκα λίρες βδομαδιάτικο και να πρέπει να παντρευτείς, να κάνεις παιδιά και ν’ αγοράσεις σπίτι, αλλά τα καταφέραμε και με το παραπάνω. Με τις δέκα λίρες αγοράστηκαν σπίτια και μαγαζιά και φτιάχτηκαν περιουσίες και σπούδασαν παιδιά που καμαρώνουμε σήμερα. Δεν γίνονται εύκολα όλα αυτά και δουλέψαμε πολύ σκληρά, σύννεφο το οβερτάιμ και δεύτερη δουλειά, επτά μέρες και νύχτες στα μιλκμπάρ και τα φις εντ τσιπς, αλλά βρήκαμε το χρόνο και τα χρήματα για να κρατήσουμε ζωντανή τη γλώσσα και τις παραδόσεις μας, τον πολιτισμό μας.
Τότε δεν μπορούσαμε να έχουμε απογευματινά σχολεία και κολλέγια για να διδάσκουμε τη γλώσσα μας, αλλά ανακαλύψαμε το… κρυφό σχολειό μας, τα κατηχητικά σχολεία. Κάθε Κυριακή, Θεία Λειτουργία και μαθήματα Ελληνικών για τα παιδιά μας, που μάθαιναν και ελληνικούς χορούς χωρίς να ξέρουν ούτε κατά πού βρίσκεται η Ελλάδα. Πόσο έχει αλλάξει η ζωή μας, ύστερα από μισό αιώνα, πόσα πράγματα πέτυχαν εκείνοι οι πρωτοπόροι και πρωτομάστορες τής ομογένειας που έβαλαν τα θεμέλια για την ανάπτυξη και ευημερία τής οργανωμένης παροικίας σε όλους τους τομείς και τον πνευματικό – καλλιτεχνικό, το πιο μεγάλο κομμάτι τού ελληνικού πολιτισμού.
Να σού πω, Γρηγόρη, πολύ θαυμάζω τούς καλλιτέχνες και λογοτέχνες μας, τότε και τώρα. Την ημέρα μεροκάματο και το βράδι διάβασμα, γράψιμο ή πρόβες για το θέατρο. Ανέφερες τον Πέτρο Πρίντεζη, που από καλή τύχη τον είχα γνωρίσει και παρακολουθήσει από κοντά τις προετοιμασίες του για το ανέβασμα θεατρικών έργων, με τις ατέλειωτες πρόβες, την αγωνία για την πρεμιέρα, το άγχος των ηθοποιών στο παρασκήνιο με μόνη προσδοκία και ανταμοιβή ένα θερμό χειροκρότημα, ένα μπράβο.
Και τον ποιητή, καλή σου ώρα, που μοχθεί πάνω από ένα στίχο, τον συγγραφέα που αγωνιά πάνω από ένα διήγημα, ή ξενυχτά για να γράψει ένα βιβλίο. Σήμερα τα πράγματα είναι πιο εύκολα επειδή ξοφλήσαμε τις υποχρεώσεις μας και έχουμε περισσότερο χρόνο στη διάθεσή μας. Εχουμε και τους νεότερους, πιο μορφωμένους μετανάστες που, με τα σπουδασμένα παιδιά μας και καταξιωμένους επισκέπτες από την πατρίδα, μοιράζονται μαζί μας τις γνώσεις τους. Αλλά χαίρουμαι ιδιαίτερα όταν βλέπω ανθρωπους σαν κι’ εσένα και άλλους που δεν αναφέρω επειδή είναι τόσοι πολλοί και δεν θέλω να αφήσω κάποιον έξω, να συνεχίζετε ακάματοι την ελληνική παράδοση των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Η ομογένεια στην Αυστραλία έχει κάνει άλματα ύστερα από τα πρώτα δειλά βήματα όταν πρωτοπερπατήσαμε στους δρόμους αυτής τής φιλόξενης χώρας και ούτε να φανταστούμε μπορούσαμε για τί θαύματα είμασταν ικανοί. Τώρα, όμως, τί κάνουμε; Εχουμε τα αναμφισβήτητα ταλέντα που διακρίνονται και στην ευρύτερη κοινωνία τής Αυστραλίας, έχουμε τις γνώσεις και την πείρα, έχουμε και μεγάλη οικονομική διαφάνεια, αν είχαμε και ομόνοια, τί καλά θα ήταν!
Να φτιάξουμε θέατρα και μουσεία και βιβλιοθήκες και αίθουσες με τα πιο σύγχρονα Πολύμεσα και να ελκύσουμε τους ξένους στον πολιτισμό μας, γιατί αν δεν πάμε μπροστά πνευματικά, θα χαθούμε μέσα στη χοάνη τής αφομοίωσης, όσα χρήματα και κτήρια αν έχουμε…
First Published Kosmos Newspaper | 121114 / photos: source pixabay