Πολλά σενάρια πλέκονται και πολλή φιλολογία αναπτύσσεται σχετικά με το τι θα περιλαμβάνει ο πρώτος πρϋπολογισμός του κ. Hockey. Οι προβλέψεις επικεντρώνονονται στις περικοπές των εξόδων και κυρίως στις δαπάνες για την κοινωνική πρόνοια. Υπάρχει όμως και το σενάριο αύξησης των εσόδων για τις Πολιτειακές κυβερνήσεις μέσω αύξησης του φόρου κατανάλωσης. Σε μία τέτοια περίπτωση, η Ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα γλυτώσει μερικά δισεκατομμύρια που θα έπρεπε να δώση στις Πολιτειακές κυβερνήσεις. Η αύξηση των εσόδων μέσω του φόρου κατανάλωσης, μπορεί να γίνει με δύο τρόπους. Ο ένας είναι να καταργηθούν οι εξαιρέσεις που υπάρχουν μέχρι τώρα στα νωπά τρόφιμα, στην εκπαίδευση, την ενοικίαση κατοικίας και στην υγεία Αυτό στη γλώσσα των ειδικών επικοινωνιολόγων που «βαπτίζουν» τέτοιες πρωτοβουλίες των κυβερνήσεων με όρους που να φαίνονται ανώδυνοι στους πολίτες, ονομάζεται «διεύρυνση της φορολογικής βάσης». Δηλαδή να πληρώνουν αυτοί που μέχρι τώρα δεν πλήρωναν. Όλοι εμείς δηλαδή που δεν πληρώνουμε το φόρο κατανάλωσης όταν αγοράζουμε κρέας, λαχανικά, σχολικά βιβλία για τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας και κυρίως ιατρικές υπηρεσίες και φάρμακα.Οι συνέπειες μιάς τέτοιας αλλαγής στο φόρο κατανάλωσης, θα είναι δυσβάστακτες για τα φτωχότερα οικονομικά στρώματα και κυρίως τους άνεργους που πληρώνουν ενοίκιο και τους συνταξιούχους οι οποίοι χρειάζονται ιατοφαρμακευτική περίθαλψη συχνότερα από τους νεότερους.
Ο δεύτερος τρόπος είναι να παραμείνουν οι εξαιρέσεις όπως είναι και να αυξηθεί το ποσοστό του φόρου κατανάλωσης από 10% σε 15%, αφήνοντας την πόρτα ανοιχτή για κατάργηση των εξαιρέσεων την επόμενη δεκαετία και με εξασφαλισμένο το ποσοστό του 15%.
Η δικαιολογία που προβάλλεται για την αύξηση του ποσοστού του φόρου κατανάλωσης ή την κατάργηση των εξαιρέσεων ή ακόμα και ένα συνδυασμό των δύο, είναι πως το κράτος δεν θα έχει τα έσοδα που χρειάζεται για να πληρώνει για τις υπηρεσίες που παρέχονται στον πολίτη. Όμως κάθε φορά που η κυβέρνηση χρειάζεται χρήματα, στρέφεται προς τον πολίτη και του αυξάνει τους έμμεσους φόρους επειδή δεν της κοστίζει πολιτικά όσο αν ανέβαζε το φόρο εισοδήματος. Την ίδια ώρα περικόπτει και τις δαπάνες για τον πολίτη ενώ αφήνει στο απυρόβλητο τις επιχειρήσεις. Όταν άρχισε να εφαρμόζεται ο φόρος κατανάλωσης τον Ιούλιο του 2000, οι επιχειρήσεις πήραν το δικαίωμα να παίρνουν πίσω το φόρο που πληρώνουν για τα αγαθά και υπηρεσίες που καταναλώνουν. Αυτό έγινε με τη δικαιολογία πως θα πρέπει οι επιχειρήσεις να ανταγωνίζονται τις ξένες αγορές και τις ξενες εταιρείες και δεν θα έπρεπε να επιβαρύνονται με το φόρο κατανάλωσης. Στη δεκαετία που μας πέρασε , η υψηλή τιμή του δολλαρίου, έβγαλε εκτός συναγωνισμού τις περισσότερες Αυστραλιανές βιομηχανικές επιχειρήσεις που έβρισκαν μεγάλες δυσκολίες να εξάγουν σε ξένες αγορές. Ταυτόχρονα τα ξένα προϊόντα, γίνονταν φθηνότερα αφού αγοράζονταν με ισχυρό δολλάριο και οι ντόπιες επιχειρήσεις έχαναν και την εγχώρια αγορά.
Οι εταιρείες εξόρυξης ορυκτών, πουλούσαν τεράστιες ποσότητες σιδηρομεταλλέυματος και κάρβουνου, σε εξωφρενικά υψηλές τιμές και τα κέρδη τους πολλαπλασιάζονταν από την υψηλή τιμή του δολλαρίου. Είχαν δηλαδή τέλειες συνθήκες στην αγορά και πολύ μικρό ανταγωνισμό και δεν χρειάζονταν κρατική υποστήριξη. Καμμία κυβέρνηση όμως δεν προσανατολίστηκε στην επιβολή φόρου κατανάλωσης σε αυτές τις εταιρείες και όταν η προηγούμενη Εργατική κυβέρνηση προσπάθησε να επιβάλλει ένα μικρό φόρο στα υπερκέρδη, οι εταιρείες αυτές ξόδεψαν εκατομμύρια σε ολοσέλιδες διαφημίσεις εναντίον της κυβέρνησης με σκοπό να την πλήξουν πολιτικά και να χάσει τις εκλογές, όπως και έγινε, αφού πρώτα έκανε ένα συμβιβασμό που κατέληξε σε μηδαμινά έσοδα για το κράτος από την φορολόγιση των γιγαντιαίων εταιρειών εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου της χώρας.
Η σημερινή κυβέρνηση, πιστή στο δόγμα του νεοφιλελευθερισμού που θέλει τον πολίτη να πληρώνει ακόμα και για τον αέρα που αναπνέει και να ελαφρώνει τη φορολογία των επιχειρήσεων μετακυλίοντας όλο και περισσότερο τα φορολογικά βάρη στον πολίτη, είναι έτοιμη να προχωρήσει σε αλλάγές στο φόρο κατανάλωσης. Διάφοροι «σοφοί», δημοσιεύουν περισπούδαστες μελέτες σχετικά με την αναγκαιότητα της «διεύρυνσης της φορολογικής βάσης» ή την αύξηση του φόρου κατανάλωσης. Ο σκοπός τους είναι να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη να δεχθεί τις όποιες αλλαγές πρόκειται να κάνει η κυβέρνηση. Προσπαθούν δηλαδή να πείσουν τον πολίτη πως είναι αναγκαίο να φορολογηθή το γιαουρτάκι και τα χάπια για την πίεση του συνταξιούχου για να σωθεί η χώρα. Ούτε λέξη για συμβολή των μεγάλων εταιρειών των οποίων πολλοί μέοχοι είναι ξένοι και βγάζουν τα κέρδη τους στο εξωτερικό, πληρώνοντας στην καλύτερη περίπτωση το φόρο εταιρειών 30% γιά όσο κέρδος έχει απομείνει στα βιβλία των εταιρειών μετά από την επεξεργασία των εσόδων και εξόδων από ειδικούς λογιστές.. Ο Αυστραλός πολίτης πληρώνει μέγιστο φόρο 45% συν την εσφορά 1.50% για ασφάλιση υγείας (Medicare Levy).
Δυστυχώς οι πολίτες δεν είναι οργανωμένοι για να βγάζουν δημοσιεύματα υπερασπίζοντας τα δικά τους συμφέροντα και οι σύλλογοι ηλικιωμένων όταν διατυπώνουν κάποιο αίτημα ή παράπονο, σε ελάχιστες περιπτώσεις το βλέπουν να δημοσιεύεται κάπου. Μπορούν όμως με ένα γράμμα στον τοπικό βουλευτή τους οι ίδιοι οι πολίτες, να δείξουν τη δυσαρέσκειά τους για τις προτεινόμενες αλλάγές Αν δεν το κάνουν δεν θα αυξηθεί μόνο ο φόρος κατανάλωσης. Υπάρχου ήδη σχέδια για φόρο γης για την ιδιοκατοίκηση όπως επίσης για φόρο κληρονομιάς ο οποίος όμως βρίσκει αντιδράσεις από τους πολύ πλούσιους και αναζητείται ο τρόπος να εξαιρεθούν χωρίς να ξεσηκωθούν οι υπόλοποι πολίτες.
Το σίγουρο είναι πως οι νεοφιλελεύθεροι, νομίζουν πως μπορούν να περάσουν τα πάντα χωρίς αντίδραση από τους πολίτες. Εναπόκειται στους πολίτες να υποστηρίξουν τα μέτρα εκείνα που βοηθούν τη χώρα και είναι δίκαια και να δείξουν πως η κατανομή των φορολογικών βαρών δεν θα πρέπει να επιβαρύνει μόνο τους πολίτες και να αφήνει έξω το μεγάλο κεφάλαιο ντόπιο και ξένο.