Με τον Νίκο Μπάστα συναντηθήκαμε τυχαία στα γραφεία του Κόσμου πριν τρία περίπου χρόνια. Τότε που ο Γιώργος Χατζηβασίλης τού έκανε ένα δισέλιδο αφιέρωμα για την εφημερίδα “Ο Κόσμος”. Είχε μάθει από τον συμπάροικο Γιώργο Φουντή ότι ο οικογενειακός του φίλος Νίκος Μπάστας συνεχίζει να τρέχει και να κερδίζει έπαθλα…
Είχα την ευκαιρία να τον συναντήσω και πάλι -πριν λίγες εβδομάδες – για τις ανάγκες της νέας ιστοσελίδας για τον ελληνισμό της Αυστραλίας. Επικοινώνησα μαζί του και χάρηκα ιδιαίτερα που βρήκε το χρόνο να περάσει από τα γραφεία του Κόσμου. Κουβέντα στην κουβέντα, έμαθα ότι ο Νίκος Μπάστας δεν είναι μόνο βετεράνος αθλητής. Είναι και μουσικός. Ήταν, μάλιστα, ένα από τα μέλη της ορχήστρας «Κούπα Καμπάνα» που δημιουργήθηκε το 1956. Κατά περίεργη σύμπτωση, μία εβδομάδα πριν, είχα ανεβάσει στην ιστοσελίδα τη βιογραφία του Γιάννη Νικολάντου.
Ο Νίκος και ο Γιάννης ήταν συμμαθητές στο Πόρτ Σάιντ…
Και κάπως έτσι αρχίσαμε να ξετυλίγουμε το κουβάρι των αναμνήσεων.
Ο Νίκος Μπάστας γεννήθηκε στο Πόρτ Σάιντ της Αιγύπτου στις 11 Αυγούστου 1938. Ο πατέρας του ο Γιώργος, γεννήθηκε, επίσης στην Αίγυπτο και η καταγωγή του ήταν από τη Ζάκυνθο. Η μητέρα του η Στεφανία, το γένος Τσιχλάκη, ήταν από την Κρήτη και βρέθηκε στο Πόρτ Σάιντ σε ηλικία δύο χρονών, όταν έχασε τη μητέρα της και την πήρε υπό την προστασία της μία θεία της.
Ο Νίκος Μπάστας πήγε στο ελληνικό σχολείο μέχρι την 1η Γυμνασίου. Στη συνέχεια ο πατέρας του τον έγραψε σε Γαλλικό Κολλέγιο για δύο χρόνια. Το 1954 η οικογένεια αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Αυστραλία. Η αβεβαιότητα, η αγωνία και ο προβληματισμός για το μέλλον της οικογένειας στάθηκαν η αφορμή για τον ξεριζωμό. Ο Γιώργος Μπάστας εργαζόταν για τον αγγλικό στρατό. Κατά τη διάρκεια του πολέμου βρισκόταν στο Τελ ελ Κεμπίρ και ήταν διευθυντής τροφοδοσίας των στρατευμάτων. Μετά τον πόλεμο, όταν γύρισε στο Πόρτ Σάιντ δούλεψε για το αγγλικό ναυτικό (Naval House, Port Said) στην τροφοδοσία του Βρετανικού Στόλου στη Μεσόγειο (British Mediterranean Fleet), ως διευθυντής.
Η ζυγαριά της μετανάστευσης κλίνει προς την Αυστραλία… Άλλωστε εκεί ήταν ήδη η Κυριακούλα, η μηλαδερφή του Νίκου, από τον πρώτο γάμο της μητέρας του η οποία είχε παντρευτεί με έναν Άγγλο, τον Ernie Wood.
H οικογένεια αναχώρησε από το λιμάνι του Πόρτ Σάιντ στις 9 Νοεμβρίου 1954 με το πλοίο Strathnaver (P and O Steam Navigation Company). Το ταξίδι κράτησε περίπου έξι εβδομάδες με το καράβι να πιάνει Arden, Κολομβία, Βομβάη, Φρίμαντλ, Μελβούρνη και τελικά να φτάνει στο Σίδνεϊ στις 13 Δεκεμβρίου 1954.
Η Κυριακούλα με τον άντρα της είχαν αγοράσει ένα μεγάλο σπίτι στο Lane Cove και έτσι η οικογένεια φιλοξενήθηκε για κάμποσα χρόνια έως ότου να τακτοποιηθεί και να πάρει μια οικονομική ανάσα. Ο κυρ Γιώργος βρήκε αμέσως δουλειά. Ο Νίκος πήγε στο Πολυτεχνείο. Παράλληλα όμως ασχολήθηκε με τον αθλητισμό που ήταν και είναι η μεγάλη του αγάπη.
Έφηβος έπαιζε ποδόσφαιρο (Kingsford International) και μπάσκετ (Tamarama Tigers), αλλά τελικά τον κέρδισε ο στίβος. Την δεκαετία του ’60, από το 1960 μέχρι το 1969 έπαιζε ποδόσφαιρο για την ομάδα της Β’ κατηγορίας Hornsby North End. Από το 1970 άρχισε να τρέχει μεγάλες αποστάσεις όπως το City to Surf.
Για τον Νίκο Μπάστα ο αθλητισμός ήταν και είναι τρόπος ζωής. Δούλεψε εννέα χρόνια για μια εταιρεία από την Γλασκώβη, την Federated British Engineers, που είχε τα γραφεία της στο Artarmon. Παράλληλα σπούδασε για έξι χρόνια. Τέσσερα χρόνια στο Gorhill Technical College και δύο χρόνια στην επαγγελματική σχολή του Ultimo. Δεν δυσκολεύθηκε να προσαρμοστεί στην Αυστραλία. Η χώρα και ο τρόπος ζωής του άρεσαν ιδιαίτερα. Ήταν από τους ‘τυχερούς’ που δεν βίωσαν την ξενοφοβία που επικρατούσε στην Αυστραλία τα χρόνια εκείνα. Άν τύχαινε κάποιο περιστατικό -αραιά και που- το αντιμετώπιζε με χιούμορ. Αγγλικά ήξερε από την Αίγυπτο και επομένως δεν τέθηκε πρόβλημα επικοινωνίας που είναι το ‘βασικό κλειδί’ της προσαρμογής.
To 1956 αποδείχτηκε μια σημαντική χρονιά για τον Νίκο Μπάστα. Βρισκόταν στις αθλητικές εγκαταστάσεις του Κένσινγκτον (Sydney Athletic Field) όταν συνάντησε τρεις φίλους από τα παλιά… Συμμαθητές στο Πόρτ Σάιντ. Η παρέα αυτή είχε μια μεγάλη αδυναμία: τη μουσική. Ένας από τους φίλους, ο Γιάννης Νικολάντος μίλησε για τα μαθήματα ακορντεόν που είχε κάνει στο Πόρτ Σάιντ και τους παρότρυνε να δημιουργήσουν μια ορχήστρα… Ο ίδιος μάλιστα προθυμοποιήθηκε να τους δείξει ό,τι είχε μάθει.
Του Ντίνου του άρεσε η κιθάρα…
“Εγώ, στο Πόρτ Σάιντ έπαιζα πιάνο αλλά με χτυπούσε η δασκάλα στα δάχτυλα με μια βέργα και το σιχάθηκα. Παρόλο που το πιάνο το είχαμε φέρει μαζί μας εδώ στην Αυστραλία, δεν ήθελα να το βλέπω. Ούτε το ξανάγγιξα. Αποφάσισα να δοκιμάσω τα ντράμς… Άλλωστε μου αρέσει να κρατάω το τέμπο”, αναπολεί ο Νίκος Μπάστας.
Αυτό ήταν…
Έτσι απλά και με δειλά βήματα, έκανε την εμφάνισή της η Cupa Cabana I!
Ο Νίκος Μπάστας στα ντραμς, ο Ντίνος Στεφανίδης στην κιθάρα, ο Τζακ Κυπριώτης στο μπάσο. Ο Γιάννης Νικολάντος στο ακορντεόν. Ο Νικολάντος αγόρασε και ένα μικρό συνθεσάιζερ.
Το ρεπερτόριο;
Λάτιν και Τζαζ. Επίσης μερικά γνωστά τραγούδια της εποχής. Φράνκ Σινάντρα, Ντην Μάρτιν κ.α.
Τα πρώτα εκείνα βήματα ο Νίκος Μπάστας τα θυμάται με νοσταλγία…
“Στην αρχή αγοράσαμε μερικά φθηνά όργανα και μαθαίναμε στην πορεία. Πρόβες επτά με οκτώ ώρες κάθε σαββατοκύριακο, στο Κινγκς Κρος. Εκεί ήταν τότε το κλαμπ των Αιγυπτιωτών επί της οδού Ντάρλινγκχερστ. Ο χώρος ήταν μικρός αλλά ιδανικός για τα πρώτα δειλά μας βήματα. Θέλαμε να συνηθίσουμε τον κόσμο.
Η πρώτη επίσημη εμφάνισή μας έγινε στο Ρεξ Χοτέλ παρουσία 350-400 ατόμων. Είχαμε πολύ μεγάλη αγωνία. Κάποιος μας είχε ακούσει και μας πρότεινε να αναλάβουμε τη μουσική για έναν ελληνικό γάμο. Η βραδιά ήταν αξέχαστη. Εκεί έγινε και ο σεφτές. Ήταν η πρώτη μας δουλειά επί πληρωμή.
Προς το τέλος του 1957 ο Ντίνος αποχώρησε. Μετά από παρότρυνση του πατέρα του πήγε σε άλλη ορχήστρα.
Εμείς συνεχίσαμε με την Κούπα Καμπάνα ΙΙ αφού στην ομάδα προστέθηκαν ο Bruno Klune και ο Θήο Ηρακλείδης.
Μετά από τρία χρόνια σκορπίσαμε… Είχαν κάνει την εμφάνισή τους πολλές ορχήστρες. Ο Γιάννης Νικολάντος έμεινε με τον Bruno Klune. Εγώ πήγα σε μια ορχήστρα με τρεις Ιταλούς. Ο Ηρακλείδης εξαφανίστηκε. Έμαθα ότι έπαιζε σε μπουζουξίδικα.
Εγώ έπαιζα στο Φλαμίνγκο, στο Κίνγκς Κρος. Μας άκουσε ένας που είχε έρθει από τη Νέα Καληδονία και μας πρότεινε να μας πληρώσει διαμονή και φαγητό και να παίζουμε σε νάιτ κλαμπ εκεί. Εγώ φυσικά δεν μπορούσα γιατί σπούδαζα μηχανικός (Engineering). Οι άλλοι πήγαν. Μόνο εγώ έμεινα πίσω αλλά βρήκα μια πολύ καλή δουλειά στο ξενοδοχείο Άνταμς επί της Πιτ Στρητ. Εκεί που είναι τώρα το Χίλτον”.
Ο Νίκος Μπάστας παντρεύτηκε στις 19 Νοεμβρίου 1963, την ημέρα της δολοφονίας του Κένεντι, με την Σοφία Παπαγιάννη από το Κάιρο. Ο γάμος έγινε στον Άγιο Γεώργιο, στο Ρόουζ Μπέι με ιερέα τον πατέρα Μιλτιάδη (Χρυσαυγή). Η εκκλησία είχε χτιστεί μόλις πριν από ένα χρόνο. Με την Σοφία γνωρίστηκε σε χορό των Αιγυπτίων στο Maccabean Hall, αλλά ο πατέρας της, ο κυρ Γιώργος Παπαγιάννης που είχε συνεργείο αυτοκινήτων στο Κίνγκσφορντ, ήταν πάρα πολύ αυστηρός. Με το ζόρι να βγούνε κανένα ραντεβού. Μόνο απογεύματα και αφού ακολουθούσανε πιστά τις εντολές του πατέρα της κοπέλας! Ο γάμος κράτησε μέχρι το 1973. Λόγω φόρτου εργασίας, χάθηκε η επικοινωνία. Όχι όμως η καλή σχέση που διατηρείται μέχρι σήμερα.
Από το δεύτερο γάμο του ο Νίκος Μπάστας απέκτησε έναν γιο.
Το 1980 ταξίδεψε στην Αμερική με την ομάδα τής αστυνομίας για να συμμετάσχει σε αγώνες στίβου με τον φίλο του δρομέα μεγάλων αποστάσεων και πολύ γνωστό εστιάτορα συμπάροικο, τον Τζιμ Αντωνάκο, ιδιοκτήτη τού φημισμένου “La Taverne”, που στην εποχή του στη 10ετία τού ’70 ήταν ένα από τα καλύτερα εστιατόρια τού Σίδνει.
Ο Νίκος Μπάστας έλαβε μέρος στους παγκόσμιους αγώνες στο Christchurch στα 5.000 μ., στα 10.000 μ. αντοχής (cross country) και στον Μαραθώνιο για αθλητές ηλικίας 40-44 χρονών. Επίσης έλαβε μέρος στους Πανελλήνιους Αγώνες στο Σίδνεϊ το 1962 και στην Αδελαΐδα το 1963 κερδίζοντας μετάλλια στα 100 μ. και 200μ. και στο μπάσκετ.
Το 2009 σε ηλικία 71 χρονών κερδίζει μετάλλια με την ομάδα UTS North, στα 60 μ., 100 μ., 200 μ., στο τριπλούν, στο ακόντιο, στη δισκοβολία και τη σφαιροβολία για τις ηλικίες 70-74 χρονών.
Κέρδισε δυο χρυσά σε αγώνες στην Κω το 2010 και άλλα δύο χρυσά μετάλλια σε αγώνες στη Βουλγαρία.
Συμμετείχε στους αγώνες Police and Emergency και στους Πανελλήνιους Αγώνες που έγιναν στο Γκόλντ Κόουστ με συμμετοχή αθλητών από τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, την Αυστραλία και άλλες χώρες του Ειρηνικού.
Τώρα αγωνίζεται για τις ηλικίες 80 χρόνων και συνεχίζει να σαρώνει τα μετάλλια.
Ο Νίκος Μπάστας δεν το βάζει κάτω.
Το 1997 έκανε εγχείρηση ανοικτής καρδιάς τετραπλού μπάι-πας (quadruple bypass). Η περιπέτεια της υγείας του δεν έκαμψε την αποφασιστικότητά του κι έτσι συνεχίσει με μεράκι αυτό που αγαπά από μικρό παιδί. Τον αθλητισμό.