Ο πρώτος που θυμάμαι ήταν ο Άλεξ Πέππας. Τον είχα γνωρίσει σε ένα από τα μαγαζιά του Μούγιου, στο Μπράιτον Λε Σαντς, στη βάπτιση της πρώτης κόρης του Σπύρου Παπαστεφάνου, της Αναστασίας. Κάτσαμε στο ίδιο τραπέζι.
Τον έβλεπα καμιά φορά στις συνελεύσεις της Κοινότητας ή στο χορό κάποιου συλλόγου. Ανταλλάσσαμε δυο τρεις φιλικές κουβέντες.
Πιο καλά θυμάμαι τον Γιάννη Ψωμά. Τον Γιάννη που περνούσε δύο και τρεις φορές την εβδομάδα από τα γραφεία του Κήρυκα στο Μάσκοτ κι αργότερα του «Κόσμου» στο Ντάλιτς Χιλ ή το Κόγκρα και άφηνε στα τραπέζια μας ένα κουλούρι, ένα κουτί χουρμάδες. Και στα γραφεία του «Λόγου» τον θυμάμαι να μας αφήνει ένα βιβλίο με ποιήματα του Οδυσσέα Ελύτη ή ένα λεύκωμα με φωτογραφίες των ανταρτών του ΕΛΑΣ λίγες μέρες μετά την απελευθέρωση.
Τον συναντούσα στις εκδηλώσεις της Μυτιληναϊκής Αδελφότητας ή του Εργατικού Κόμματος. Τον είχα φωτογραφίσει με τον Στηβ Κάμπερ πριν από τις Πολιτειακές εκλογές του 2015. Mε σφιγμένη την αριστερή γροθιά και πίσω να δύει ο ήλιος στο Ραμσγκέιτ.
Θυμάμαι τον Δημήτρη Κωνσταντινίδη. Τον είχα γνωρίσει στο ραδιοφωνικό σταθμό 2mm. Περνούσε από τα γραφεία του Κόσμου για να πει μια καλημέρα κι ένα ανέκδοτο. Κάποια στιγμή σταμάτησε να περνάει.
Στον 2mm είχα γνωρίσει και την Ελένη Χατζή. Χειμώνας στο Σίδνεϊ, πίναμε καφέ στο μαγαζί της κόρης της, μέσα στο Φις Μάρκετ. Έφευγε για την Ελλάδα. «Θα τα πούμε όταν γυρίσω. Θέλω να πάρεις τη γυναίκα σου και να έρθετε να φάμε στο σπίτι μου».
Θυμάμαι τον Βαγγέλη Ανέστη. Δυο μέρες πριν φύγει από την ζωή του πήγα τον «Κόσμο» στο νοσοκομείο Σεντ Τζορτζ που νοσηλευόταν. Είχα το μικρό μαζί μου. Έβαλε τα κλάματα. Ήταν η πρώτη φορά που με κάποιο μυστήριο τρόπο αντιλήφθηκε την παρουσία του θανάτου.
Θυμάμαι τον Θόδωρο Σκάλκο, ξημερώματα, πίσω από το οίκημα του Κήρυκα στο Μάσκοτ να καθαρίζει ένα μάνγκο κι έτσι όπως τον έλουζε το πρωινό φως δεν ήξερες αν είναι ο ηλικιωμένος εκδότης μιας αρχαίας εφημερίδας της Ωκεανίας ή ένας 18χρονος μετανάστης που διασχίζει με το τρένο το Κουίνσλαντ.
Θυμάμαι την πρεσβυτέρα στην Παραμάτα. Πάσχα του 2008 και είχα πάει στους πρώτους χαιρετισμούς. Τον Γιώργο Αθανασιάδη στο Ντάρλινγκ Χάρμπορ με το Νικόλα ακόμη στο καρότσι. Την Ντόρα στην Τασμανία, στο Τζάρβις Μπέι, στην κηδεία της μάνας της.
Θυμάμαι τον κόσμο να διαλύεται μετά τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου, το ψιλόβροχο, τον Στυλιανό να ανηφορίζει τον λόφο στο νοτιοανατολικό άκρο του Ντομέιν.
Θυμάμαι τον Θεοφίλου στο γραφείο του στη Αγία Ευφημία να λέει ιστορίες από τα παιδικά του χρόνια, τη μάνα του που φίλευε τα κυπριακά γλυκίσματα τους αυτόχθονες γείτονες τους στο Ρέντφερν.
Θυμάμαι πολλούς. Υπάρχει μια πατρίδα από μνήμες στο χώμα.
First published: Kosmos newspaper 240720 | photo: pixabay.com